Τρίτη 17 Σεπτεμβρίου 2013

Η πολιτική ανασυγκρότηση του προοδευτικού χώρου .




            H υποχώρηση των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων στην Ελλάδα και την Ευρώπη και η αποτυχία τους να διαχειριστούν αποτελεσματικά την κρίση έχουν δημιουργήσει συνθήκες κοινωνικής απαισιοδοξίας  και γενικευμένης δυσπιστίας απέναντι στο πολιτικό σύστημα και την ικανότητα του να χειριστεί τα μεγάλα, πλέον, κοινωνικά προβλήματα. Η σοσιαλδημοκρατία παρουσιάζεται χωρίς στόχους και στρατηγική, ανήμπορη να αναδείξει και να προασπίσει τις βασικές της αρχές. Οι περισσότεροι πολίτες θεωρούν ότι ο χώρος της αποκαλούμενης κεντροαριστεράς  σύρεται από τις επιλογές του μνημονίου και ευαγγελίζεται μια πολιτική χωρίς περιεχόμενο, η οποία δεν παρουσιάζει τεκμηριωμένες και ρεαλιστικές προτάσεις. Μια συνεχής άσκηση επί χάρτου.
            Η συζήτηση για τον προοδευτικό χώρο στην Ελλάδα  περιορίζεται συνήθως σε μηχανιστικές-οργανωτικές προσεγγίσεις και σε προσωπικές διευθετήσεις. Είναι λίγες οι συστηματικές προσπάθειες που γίνονται προκειμένου να υπάρξει παραγωγικός διάλογος για να διαμορφωθούν απαντήσεις που χρειάζεται να δώσει μια προοδευτική διακυβέρνηση στα επιτακτικά προβλήματα που θέτει η νέα κοινωνική πραγματικότητα. Προοδευτικές πολιτικές δεν μπορούν πλέον να συνδεθούν μόνο με ένα κόμμα και λίγα πρόσωπα η κινήσεις πολιτών, αλλά με  μια ευρύτερη κοινωνική και πολιτική συμμαχία που αδημονεί για αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, που είναι πρόθυμη να αγωνιστεί ενσυνείδητα και να κινητοποιήσει ολόκληρη την κοινωνία για μια καλύτερη προοπτική, που αντιδρά στα πολιτικά και κοινωνικά στερεότυπα που μας καθηλώνουν, που θέλει να δώσει δύναμη σε αυτούς που δεν έχουν και που ασφυκτιά ανάμεσα σε ανεδαφικές, φαντασιακές-καταστροφικές πολιτικές προτάσεις των άκρων  και  στην αβελτηρία και τον συντεχνιασμό  ενός πολιτικού συστήματος που παραπαίει.
            Αν πρέπει να ανοίξει μια συζήτηση σήμερα, είναι αυτή της προοδευτικής διακυβέρνησης.
Η χώρα μας είναι αντιμέτωπη με φαινόμενα οικονομικής και κοινωνικής αποσύνθεσης. Η ασφάλεια και η βεβαιότητα της σταθερής προόδου,  κεκτημένα και προνόμια έχουν ανατραπεί. Οι κοινωνικές ομάδες έχουν αλλάξει. Η προοδευτική παράταξη χρειάζεται να ερμηνεύσει τα φαινόμενα αυτά, να τα συνθέσει σε μια συνολική εικόνα και σε μια ρεαλιστική πρόταση για τη χώρα, να προσδιορίσει με ποιους θα έλθει σε αντιπαράθεση και να μιλήσει με λόγο σύγχρονο προσδιορίζοντας εκ νέου το δημόσιο και το ιδιωτικό, την ισότητα και τους γενεσιουργούς παράγοντες της ανισότητας, την κοινωνική δικαιοσύνη και συνοχή, το κοινωνικό κράτος και το κράτος δικαίου, τον αδύναμο και την εκμετάλλευση.  Οι σταθερές μας αξίες πρέπει να συμπληρωθούν με νέες ιδέες χωρίς, όμως, να επιδιώκεται μια επιστροφή στο παρελθόν που καταλήγει να είναι αδιέξοδη μιας και στηρίζεται στη συστηματική αγνόηση των προβλημάτων από ανθρώπους που δεν μπορούν να διαμορφώσουν νέες αντιλήψεις.  Οι νέες ιδέες μπορούν να οδηγήσουν σε μια ηγεμονία του προοδευτικού χώρου, μόνο όταν αυτές είναι πειστικές και αντιμετωπίζουν με ορθολογικό τρόπο τον κανόνα και τις εξαιρέσεις. Επιπροσθέτως, η αποκατάσταση της ηθικής στην πολιτική, έχει ιδιαίτερη σημασία για την προοδευτική διακυβέρνηση αφού εμπεριέχει ηθικά προτάγματα και απαιτεί την ατομική ευθύνη μέσα σε ένα πλαίσιο κοινωνικής συνευθύνης, χωρίς η ίδια η διακυβέρνηση να αποτελεί προϊόν μιας ηθικής αντίληψης.

Η περίοδος που διανύουμε έδειξε τη μεγάλη  σύμπλεξη των ευρωπαϊκών αποφάσεων και διαδικασιών με τις ελληνικές εξελίξεις. Ο προοδευτικός χώρος χρειάζεται να συμμετέχει στις συζητήσεις και στη χάραξη ευρωπαϊκών στρατηγικών για ουσιαστική και ποιοτική ανάπτυξη, για κεντρική διαχείριση του χρέους, για μείωση της ανεργίας, ειδικά των νέων, για μια πολιτική συνεννόηση σε ζητήματα φορολογικής και κοινωνικής πολιτικής και εν τέλει για μια ευρωπαϊκή οικονομική κυβέρνηση ως προαπαιτούμενο για την πολιτική ενοποίηση της ΕΕ. Με θέσεις και  διαπραγματευτική ικανότητα μπορούμε  και να συμμετέχουμε στις εξελίξεις και να διασφαλίσουμε τα συμφέροντά μας.

Ρεαλιστική πρόταση για τη χώρα μπορεί και πρέπει να υπάρξει και να αποτελέσει το περιεχόμενο της πολιτικής μιας προοδευτικής διακυβέρνησης. Στο ερώτημα για το ποιοι και πώς μπορούν να οραματιστούν ρεαλιστικά, να γεννήσουν λύσεις πρακτικές, να σχεδιάσουν εμπνευσμένα , και να υπηρετήσουν αποτελεσματικά ένα τέτοιο σχέδιο, οι απαντήσεις δεν είναι εύκολες αλλά όχι αξεπέραστες.
 Όσοι  ,και είναι αρκετοί, έχουν τη φιλοδοξία και τον ευγενή σκοπό να αγωνιστούν για τα παραπάνω σχηματίζοντας νέους πολιτικούς φορείς οφείλουν να εργασθούν προς την κατεύθυνση αυτή, τη στιγμή που θεωρούν προσφορότερη. Δεν μπορεί, όμως, να αγνοηθεί η  πολιτική πραγματικότητα και η αναγκαιότητα κυβερνητικής σταθερότητας. Όσοι, και είναι και αυτοί αρκετοί, εντός των υπαρχόντων κομμάτων προσδοκούν σε μια αναβίωση παλαιοκομματικών αντιλήψεων και πρακτικών και στην ενίσχυση του ατομικού τους ρόλου μέσα από μια διαδικασία συνένωσης του χώρου,  δεν μπορούν να αγνοήσουν ότι οι καιροί απαιτούν συνεννοήσεις, αλλαγές και υπερβάσεις προκειμένου ο προοδευτικός χώρος να βρει ενιαία έκφραση, συλλογική ηγεσία και κοινωνική ανταπόκριση.
Δεν μας λείπουν ούτε οι ιδέες ούτε οι άνθρωποι. Απαιτούνται βούληση, τόλμη  και ειλικρινείς προθέσεις.