Κυριακή 2 Δεκεμβρίου 2012

Ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία και ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς στην Ελλάδα

Σημεία από την ομιλία μου στην Τεχνόπολη στο Γκάζι στις 28.11.2012 στο πλαίσιο της εκδήλωσης που συνδιοργάνωσαν 6 κινήσεις πολιτών.



Φίλες και φίλοι,
Σας καλωσορίζω εκ μέρους της πολιτικής κοινότητας «Μπροστά» στη σημερινή εκδήλωση.
Η κρίση μέχρι τώρα μας φανέρωσε δύο πράγματα.Πρώτον , ότι οι αιτίες της  έχουν να κάνουν κυρίως με το  κοινωνικό και πολιτικό μας σύστημα και ότι η χώρα δυστυχώς εξακολουθεί να κινείται με δομές και πρακτικές του περασμένου αιώνα.Δεύτερον, ότι οι ευθύνες και των ευρωπαϊκών ηγεσιών είναι βαρύτατες. Υπήρξαν άτολμες και καθυστέρησαν.
Γι αυτό πιστεύουμε, ότι είμαστε και θα είμαστε υποχρεωμένοι να δώσουμε οι ίδιοι λύση στο πρόβλημά μας. Με πολιτικό  διάλογο, όπως αυτόν εδώ σήμερα,  σχέδιο, ιδέες , πρόσωπα και  ηγεσίες που θα προκύψουν, με μια νέα πολιτική, κινηματική και οργανωτική συλλογικότητα.
Τρία βασικά ερωτήματα για την ανασυγκρότηση του χώρου.
1)Είναι το ευρωπαϊκό περιβάλλον σήμερα πεδίο πολιτικών και ιδεολογικών αλλαγών και πόσο μας ενδιαφέρει ή μας επηρεάζει η συζήτηση αυτή;
Δεν υπάρχει νομίζω αμφιβολία ότι η ελληνική κρίση αποτέλεσε την αφορμή να φανερωθούν αδυναμίες του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. O Στρος Καν είχε πει κάτι ενδιαφέρον : « Φαίνεται σήμερα ότι πρόκειται για μια κρίση χρέους. Πολύ περισσότερο είναι μια κρίσης ανάπτυξης. Πίσω από την κρίση ανάπτυξης υπάρχει μια κρίση ηγεσίας».
Κρίση, Ανάπτυξη, Ηγεσία. Θα προσέθετα μερικές ακόμα. Αλληλοβοήθεια και Κατανόηση, Αξίες και  Κανόνες, Συνοχή, Αυτονομία. Όλες με κάποιο τρόπο συνδέονται μεταξύ τους και αποτελούν τα σημεία της νέας αντιπαράθεσης. Ιδεών και προσώπων,ακόμα και κρατών.
Η σοσιαλδημοκρατία χρειάζεται να ορίσει και να μιλήσει και πάλι για το ποιες αξίες προασπίζεται.  Συνολικά ως σοσιαλδημοκράτες να αντιληφθούμε  τις εγχώριες και παγκόσμιες αλλαγές και να επαναπροσδιορίσουμε  ποιος είναι ο αδύναμος, ποιος χρειάζεται προστασία, πώς πετυχαίνουμε την κοινωνική συνοχή.
Να συζητήσουμε για αναπτυξιακές παρεμβάσεις μικρής ή μεγάλης κλίμακας. Πώς εντάσσουμε το τραπεζικό σύστημα και μηχανισμούς χρηματοδότησης σε αυτή τη διαδικασία. Να αντιμετωπίσουμε την ευρύτερη κρίση του Νότου και τα προβλήματά του, όπως αυτό της ανταγωνιστικότητας και να συντονίσουμε τις ενέργειες και τις πολιτικές μας για να  μην γίνει ο Νότος της Ευρώπης  Κίνα αφού υπάρχουν τέτοιες σκέψεις μιας και το περιβάλλον είναι σχετικά σταθερό, με γεωγραφική εγγύτητα στο δυτικό κόσμο και με ελεγχόμενη μίζα.
Η αλληλοβοήθεια και η κατανόηση στην ΕΕ είναι επιβεβλημένη. Οφείλει όμως να υπακούει σε κανόνες. Δεν μπορεί να είναι εκμετάλλευση του πιο αδύνατου από τον ισχυρότερο ούτε ο εμπαιγμός  του πιο αναπτυγμένου από τον πιο αδύναμο. Για να είμαστε αυτοδύναμοι δεν μπορούμε να ακολουθούμε φοβικούς και δήθεν ανεξάρτητους δρόμους.
Και στα θέματα ηγεσίας, πλέον είναι ευδιάκριτο: Ποιοι θέλουν με ειλικρίνεια να προχωρήσει αποτελεσματικά η πολιτική και οικονομική διακυβέρνηση. Ποιοι δεν θέλουν την ενίσχυση των κεντρικών οργάνων, Ποιοι επιζητούν μεγαλύτερη δημοκρατικότητα και διαβούλευση στη διαδικασία λήψης αποφάσεων.
Επομένως , η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι ΝΑΙ. Η περίοδος αυτή έδειξε ότι η σύμπλεξη των ευρωπαϊκών αποφάσεων και διαδικασιών με τις ελληνικές εξελίξεις είναι μεγάλη και ότι η οποία συζήτηση στην Ευρώπη μεταφέρεται, επιδρά και επικυριαρχεί στη χώρα. Ο πολιτικός χώρος που έχει ταυτιστεί με την αλλαγή, τον εκσυγχρονισμό, τον κοινωνικό φιλελευθερισμό πρέπει να έχει μάτια και αυτιά ανοιχτά σε αυτή τη συζήτηση.
2)Υπάρχει ρεαλιστική πρόταση για τη χώρα και αν ναι ποια είναι αυτή;
Κεκτημένα και διαπιστώσεις της περιόδου.
1.Η  ελληνική κοινωνία, ή έστω ένα μέρος της, συνειδητοποίησε και πάλι την ανάγκη εκσυγχρονισμού της χώρας και το μέγεθος της υστέρησής της σε πολλά θέματα.
2.Για να  συμπράξει η κοινωνία σε μια τόσο ριζική αλλαγή, χρειάζεται μια προοπτική που να την κινητοποιεί.
Είναι δύο κεκτημένα πάνω στα οποία πρέπει να οικοδομήθει ένας πολιτικός διάλογος που θα οδηγήσει σε ένα δύσκολο αλλά κοινωνικά δίκαιο και εφαρμόσιμο σχέδιο για να επανασυνδεθούμε πολιτικά, οικονομικά και πολιτισμικά με τις ευρωπαϊκές χώρες. Σχέδιο πολιτικό που θα συνταχθεί με τη βοήθεια ειδικών. Σχέδιο που θα συγκινήσει και θα πείσει τους πολίτες ότι δεν αγνοεί τα συμφέροντά τους. Σχέδιο που θα οδηγεί τη χώρα μπροστά.
Οι άξονες είναι αρκετοί ( δημοσιονομική προσαρμογή, φορολογική δικαιοσύνη, δημόσια διοίκηση κλπ)  θα αναφερθώ, όμως, λόγω και του περιορισμένου χρόνου μόνο σε δύο.
Πρώτος  βασικός άξονας είναι η διαμόρφωση ενός ειδικότερου προγράμματος  για τον χειρισμό της κρίσης για να μπορούμε να βελτιώσουμε την κατάσταση. Πολιτικές για την ανάπτυξη, την απασχόληση και την προστασία των αδυνάτων πρέπει να είναι στην προτεραιότητά μας. Ενδεικτικά:


 Τα όσα λέγονται για μεγάλες ιδιωτικές επενδύσεις είναι  ακόμα μακρινά. Η απλοποίηση των διαδικασιών και η δημιουργία ενός ευνοϊκότερου επενδυτικού περιβάλλοντος είναι προς τη σωστή κατεύθυνση. Επενδύσεις, όμως, θα πραγματοποιηθούν όταν αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στην οικονομία και την πολιτική σταθερότητα. Μέχρι τότε πρέπει να δούμε τι θα κάνουμε και πώς θα επενδύσουμε στο ανθρώπινο κεφάλαιο.
Ανάπτυξη μικρής και μεσαίας κλίμακας. και στήριξη σε νέες κατευθύνσεις. Να λάβουμε υπόψη μας τις τάσεις στην κοινωνία ( επιστροφή στην ύπαιθρο) και εκεί να παρέμβει το κράτος συστηματικά και επικουρικά. Να δούμε τι κάνουμε και πώς θα υποστηρίξουμε αυτούς που έκλεισαν ή είναι έτοιμοι να κλείσουν την μικρή επιχείρηση στις γειτονιές μας  αλλά και με αυτούς που ανοίγουν στη θέση αυτών που κλείνουν,  για να μην κάνουν τα ίδια λάθη.
Να  συνδέσουμε τις παραγωγικές με τις κοινωνικές ανάγκες και να κατευθύνουμε το μεγαλύτερο ποσοστό των νέων επιστημόνων και επαγγελματιών στους αναπτυξιακούς τομείς που η χώρα έχει αποφασίσει.
Να δούμε γιατί οι πρωτοπόρες και καινοτόμες χώρες δαπανούν το 65% των πόρων στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση και 35% στην τριτοβάθμια ενώ εμείς το αντίστροφο

Να συζητήσουμε αν πρέπει να δώσουμε έμφαση στην τεχνική εκπαίδευση και να δούμε γιατί οι χώρες  που έχουν τα μικρότερα ποσοστά ανεργίας στους νέους, κατευθύνουν το 70% των μαθητών στην τεχνική εκπαίδευση.

Γιατί το Βέλγιο με πληθυσμό ίδιο με εμάς έχει τους μισούς διδάκτορες και κατά πόσο οι διδάκτορες πρέπει να κατευθύνονται και στον ιδιωτικό τομέα όπου μπορούν να ενισχύσουν τη νέα επιχειρηματικότητα και απασχόληση.

Να αξιολογήσουμε το γεγονός ότι χωρίς να υπολογίσουμε όσους σπουδάζουν στο εξωτερικό, οι σπουδαστές και φοιτητές της χώρας είναι περίπου τα ¾ της προ-παραγωγική γενιάς και αν αυτό το μοντέλο πλέον το θέλουμε.

Η ανάπτυξη, έστω μικρής κλίμακας, μπορεί να φέρει δουλειές και να ενισχύσουμε τους αδυνάμους, άνεργοι, υποαπασχολούμενοι. Αδύναμος είναι πλέον ο οποιοσδήποτε έχει ανάγκη ανεξαρτήτως κοινωνικού στρώματος. Η σύνθεση του φτωχού πληθυσμού έχει αλλάξει σημαντικά.
            Πρέπει να σκύψουμε σοβαρά στο θέμα της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης για όλους τους ανέργους αλλά και ελεύθερους επαγγελματικές που δεν μπορούν να πληρώσουν τις εισφορές τους.. Τουλάχιστον 2εκ άνθρωποι αυτή τη στιγμή δεν έχουν πρόσβαση σε παροχές υγείας. Είναι θέμα που επείγει.
Και όταν υπάρχει εξάπλωση φτώχειας τα αγαθά που υπονομεύονται και πλήττονται πρώτα είναι αυτά της δημόσιας υγείας και εκπαίδευσης. Ο πυρήνας δηλαδή της σοσιαλδημοκρατικής πολιτικής.
Επομένως, να συζητήσουμε και να καταλήξουμε:  Πώς ,ειδικά τώρα, αντιμετωπίζουμε την ανισότητα που υπονομεύει την αλληλεγγύη;  
 Πώς θα αποτρέψουμε την περαιτέρω υποβάθμιση δημοσίων υπηρεσιών, αγαθών και θεσμών, των χώρων συνάντησης πολιτών με διαφορετική κοινωνική προέλευση;

Δεύτερος άξονας  είναι η αντιμετώπιση των πολλών  αιτιών της υστέρησης της ελληνικής κοινωνίας. Δηλαδή, Νοοτροπίες και  Συμπεριφορές μέσα από μια Πολιτισμική Ανατροπή. Ναι, μπορούμε να συζητήσουμε πλέον ανοιχτά και με τα διδάγματα πολύ πρόσφατα, για το ποιοι είμαστε, που θέλουμε να ανήκουμε, τι αναθεωρούμε, τι αφήνουμε και τι επιδιώκουμε, Έχουμε πλέον καταγεγραμμένη μια πυκνή ιστορία προσπαθειών, πρωτοβουλιών, επιτυχιών και αποτυχιών που μας επιβάλλει να απαντήσουμε στα ερωτήματα αυτά με ειλικρίνεια,αυτοκριτική και αλήθεια, βλέποντας την αδυναμία μιας κοινωνίας που δεν έγινε τελικά ποτέ αυτοδύναμη και δεν συμφιλιώθηκε ποτέ με τον εαυτό της.
 Η   παιδεία και μόνο αυτή μπορεί να διαχέει μια αξιακή κολτούρα σε όλο και πιο πολλούς. Μια παιδεία που δεν περιορίζεται στο χώρο της εκπαίδευσης αλλά έχει να κάνει με τους διαμορφωτές κοινής γνώμης, τα νέα κοινωνικά κινήματα, τις κινήσεις πολιτών και βέβαια το πολιτικό παράδειγμα ,με ό,τι αλλαγές αυτό συνεπάγεται στο πολιτικό σύστημα και τον Καταστατικό Χάρτη της χώρας.
Επομένως , ναι υπάρχει ρεαλιστική λύση . Δύσκολη αλλά εφαρμόσιμη.

3) Τρίτο και τελευταίο ερώτημα. Ποιοι και πώς μπορούν να οραματιστούν ρεαλιστικά, να γεννήσουν λύσεις πρακτικές, να σχεδιάσουν εμπνευσμένα , και να υπηρετήσουν αποτελεσματικά ένα τέτοιο σχέδιο.
Ο Νίκος Θέμελης είχε πει σε μια από τις τελευταίες ομιλίες του « Οι καιροί μας καλούν σε αναμετρήσεις. Δεν μας λείπουν οι ιδέες ούτε οι άνθρωποι. Λείπει η σπάνια συγκυρία όπου όλοι μαζί θα πέσουν ενσυνείδητα και ομόψυχα σε μια προσπάθεια να κινητοποιήσουν την κοινωνία.»

Φίλες και φίλοι,

Πιστεύουμε  ότι από το χώρο της προόδου θα ξεπηδήσουν και οι ιδέες και οι άνθρωποι. Είναι ο χώρος που στηρίχθηκε στην κεντρική γενιά σε όλες τις ιστορικές του φάσεις, και ειδικά στις στιγμές εκείνες που χρειάστηκε μια φυγή προς τα εμπρός ενώ τώρα φαίνεται να έχει αποκοπεί από μια γενιά που  συμπιέζεται  από τις συνέπειες της χρεοκοπίας, ενώ θέλουμε να δημιουργήσουμε. Της πρώτης μεταπολεμικά γενιάς  που δεν ζει με την προσδοκία μιας καλύτερης πραγματικότητας. Υπάρχει πολιτικό και γενεακό χάσμα.

Νομίζω ότι όλοι θέλουμε μια διευρυμένη πολιτική κοινότητα αρχών και δράσεων, ώστε να είμαστε παρόντες στη δημόσια συζήτηση,  να διευρύνουμε τη  συναντίληψη και συνεργασία και με άλλους χώρους ή ενώσεις πολιτών.
Δεν απορρίπτουμε συλλήβδην το παρελθόν. Ούτε πρόσωπα ούτε πολιτικές. Δεν θεωρώ ότι είμαστε σε θέση να προτείνουμε ή να υποδείξουμε σε οργανωμένα κόμματα να (αυτό-)διαλυθούν , να ανασυγκροτηθούν ή ο,τιδήποτε άλλο. Δεν πιστεύουμε ότι με μηχανιστικές προσεγγίσεις ή προσωπικές διευθετήσεις θα δημιουργηθούν νέες συλλογικότητες.
Χρειάζονται υπερβάσεις, συνεννόηση, ειλικρίνεια και υπομονή. Να αναζητήσουμε και να διαπιστώσουμε αν αυτά που λέμε και θεωρούμε ότι μας ενώνουν αφορούν τον πολύ κόσμο. Αν η κοινωνία έχει ξεπεράσει ακόμα την οργή και το θυμό που έχει απέναντι στην ευρύτερη παράταξη.
Να μιλήσουμε με περισσότερους για να γίνουμε περισσότεροι. Να μιλήσουμε με τους καλύτερους για να γίνουμε καλύτεροι. Να μιλήσουμε με όσους είναι δεν είναι στο προσκήνιο της πολιτικής και οικονομικής ζωής και να τους φέρουμε Μπροστά. Άξιους πολίτες. Να πείσουμε  και να μας εμπιστευθούν.
Είμαστε πεπεισμένοι ότι ένα σχέδιο για το αύριο δεν μπορεί να στηρίζεται σε μια μηδενιστική προσέγγιση του σήμερα και του χθες. Διαφορετικά, δεν θα είναι εφαρμόσιμο. Η συνολική απόρριψη της πολιτικής βολεύει αυτούς που επιδιώκουν τη βαθύτερη διαίρεση .
Είμαστε εξίσου πεπεισμένοι, όμως,  ότι το υπάρχον πολιτικό δυναμικό της χώρας, με τις εξαιρέσεις του, δεν μπορεί να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για την ανάκαμψη της Ελλάδας. Η αλλαγή θα έρθει, τα νέα πρόσωπα  θα αναδειχθούν, αν  επεξεργαστούμε προτάσεις και  πιστέψουμε στη δύναμη των ιδεών, που μας ενώνουν και μας εμπνέουν.
.



Δευτέρα 19 Νοεμβρίου 2012

H Ελλάδα στις ράγες της Ευρώπης

Άρθρο στο protagon.gr

Το νέο βιβλίο του Κώστα Σημίτη « Ο εκτροχιασμός» έρχεται σε μια περίοδο, κατά την οποία η κοινή γνώμη προσπαθεί να αφομοιώσει τα νέα μέτρα και τις όποιες εγγυήσεις σταθερότητας και ασφάλειας δίνει η τρικομματική κυβέρνηση, τα όσα εύκολα προτείνονται από την αντιπολίτευση, τη συζήτηση για τη βιωσιμότητα του χρέους της χώρας και τη διελκυνστίδα μεταξύ ΔΝΤ και ΕΕ,  την εκταμίευση της δόσης.  Πολλά γεγονότα και ακόμα περισσότερα ερωτήματα. Η σύγχυση είναι γενικευμένη και οι πολίτες προσπαθούν μέσα σε κλίμα απαισιοδοξίας να αποκωδικοποιήσουν και να αναλύσουν την πραγματικότητα που διαμορφώνεται γύρω τους.
Αν κάτι, όμως,  είναι πλέον ευδιάκριτο, το οποίο αναδεικνύει ο συγγραφέας μέσα από το βιβλίο του και το διατρέχει ως κεντρική ιδέα, είναι η σύμπλεξη των πολιτικών, των συσχετισμών και των αποφάσεων στο ευρωπαϊκό πεδίο με τις εξελίξεις στη χώρα μας σε πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο. Οι αποφάσεις και εξελίξεις στην Ευρώπη δεν γίνονται σε χρόνο ανεξάρτητο από τα όσα διαδραματίζονται στη χώρα μας.  Οι ανεπάρκειες της αρχιτεκτονικής της ΟΝΕ και η ατολμία των ηγεσιών της ΕΕ δεν άφησαν ανεπηρέαστη την εξέλιξη της ελληνικής υπόθεσης. Την καθόρισαν σε μεγάλο βαθμό.
Από την άλλη ,η αδυναμία και απροθυμία του ελληνικού πολιτικοκοινωνικού συστήματος να κινηθεί μετά την ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ,γρήγορα και αποφασιστικά, με σχέδιο και συναίνεση,  προς την κατεύθυνση των μεταρρυθμίσεων και της ρήξης με νοοτροπίες του παρελθόντος, οδήγησαν στην ελληνική κρίση και στη συνεχή χειροτέρευσή της . Ακόμα και σήμερα, οι πολιτικές και κοινωνικές ηγεσίες, δεν φαίνονται ικανές και πρόθυμες  να ενημερώσουν με ειλικρίνεια και να προετοιμάσουν την κοινή γνώμη για το μέγεθος της προσπάθειας που απαιτείται. Για το χρόνο, ο οποίος χρειάζεται, για τους κινδύνους που διατρέχουμε. Για τις προτεραιότητες των ευρωπαίων εταίρων και τις μεταξύ τους ισορροπίες. Για την αναγκαία από εμάς διαπραγμάτευση, όχι μόνο για το ελληνικό ζήτημα αλλά και για το μέλλον της ευρωζώνης και της Ευρώπης στο σύνολό της. Εύκολες λύσεις, δεν υπάρχουν.
Υπάρχει κάποιος λόγος που η ελληνική κοινωνία πρέπει να είναι τόσο ενήμερη και προετοιμασμένη; Δεν θα ήταν καλύτερα να ακολουθήσουμε την πεπατημένη ώστε με ευκαιριακές επιλογές και πρόσκαιρες εντυπώσεις να διαχειριστούμε την κρίση, μέχρι ένας από μηχανής Θεός να δώσει την τελική λύση;
Οι αλλαγές δεν πρόκειται να προχωρήσουν αν δεν υπάρχει γνώση των προβλημάτων και  κοινωνική συναίνεση. Η ανυπομονησία των πολιτών θα μεγεθύνεται όσο δεν έρχεται γρήγορα η λύση. Ο λαϊκισμός, ο εύκολος και πρόχειρος λόγος , θα βρίσκουν περισσότερους πρόθυμους ακροατές και οπαδούς. Οι κρίσιμες αποφάσεις θα μετατίθενται για αργότερα, όσο η δυσαρέσκεια θα μεγαλώνει.
Το 2008 ο Κ.Σημίτης μίλησε για τις συζητήσεις που γίνονταν διεθνώς για το ενδεχόμενο η χώρα να ζητήσει τη βοήθεια του ΔΝΤ λόγω αδυναμίας δανεισμού από τις αγορές. Το 2011 αναφέρθηκε στην ανάγκη αναδιάρθρωσης του χρέους, όταν ένα τέτοιο ενδεχόμενο είχε δαιμονοποιηθεί και φόβιζε την κοινή γνώμη. Οι αναφορές αυτές δεν έχουν να κάνουν με το αν δικαιώνεται ο πολιτικός ή όχι. Αφορούν την αξιοπιστία της πολιτικής στο σύνολό της. Η έγκαιρη προετοιμασία της κοινωνίας είναι προαπαιτούμενο για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης πολίτη και πολιτικής. Με το βιβλίο του ο Κ.Σημίτης  καταγράφει και αναλύει συστηματικά τα γεγονότα της κρίσης, αναφέρεται στα αίτια αυτής  και δίνει απαντήσεις στα ερωτήματα που έχουμε όλοι μας. Η υπέρβαση της κρίσης απαιτεί χρόνο,  νέες πολιτικές για την Ευρώπη, εντατική δουλειά στην Ελλάδα και προσπάθεια προς νέες κατευθύνσεις. Ας είμαστε προετοιμασμένοι για να τα καταφέρουμε όλοι μαζί.
*O Θανάσης Κοντογεώργης είναι δικηγόρος.

Κυριακή 16 Σεπτεμβρίου 2012

Ποια η θέση και ποιο το μέλλον της Ελλάδας στην Ευρώπη;



Ομιλία μου σε εκδήλωση που διοργάνωσε την 7η Ιουνίου 2012 ο Όμιλος Προβληματισμού για τον Εκσυγχρονισμό της Κοινωνίας μας (ΟΠΕΚ) με θέμα " Ποια η θέση και ποιο το μέλλον της Ελλάδας στην Ευρώπη" με τη συμμετοχή και των Γιάννη Βούλγαρη, Τάκη Ιωακειμίδη,Ηλία Κανέλλη και Γιώργου Παγουλάτου.



30 περίπου χρόνια από την είσοδο της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή οικογένεια. 10 χρόνια με το ευρώ στην τσέπη μας. Και κάπου ανάμεσα σε αυτές τις δύο ιστορικές περιόδους , 20 χρόνια πριν, ιδρύθηκε ο ΟΠΕΚ φιλοδοξώντας να προετοιμάσει την ελληνική κοινωνία για τα απαραίτητα βήματα εκσυγχρονισμού και εξευρωπαισμού της χώρας.
Σήμερα, 20 χρόνια μετά, εδώ στον ΟΠΕΚ, συζητάμε για τη θέση και το μέλλον της Ελλάδας στην Ευρώπη υπό δραματικά διαφορετικές συνθήκες.
Η χώρα βρίσκεται ένα βήμα πριν την έξοδό της από ευρωζώνη και πιθανά από την ΕΕ. Από μια ΕΕ που φαίνεται ότι με αφορμή την κρίση στη Ελλάδα συνειδητοποίησε προβληματικές και εσφαλμένες πολιτικές ,αδυναμίες στην αρχιτεκτονική της ευρωζώνης και όπως συνήθως συμβαίνει,  διαφαίνεται ότι έστω  με αρκετή καθυστέρηση, θα πάρει τις σωστές αποφάσεις.
Στην παρέμβασή μου  επιδιώκω να αναδείξω μια , από τις πολλές,  πτυχές του θέματος  που συζητάμε σήμερα.
 Η Ελλάδα έχει θέση και μέλλον στην Ευρώπη αρκεί η κεντρική γενιά να ανασύρει  την ελπίδα, το πάθος και την αποφασιστική ορμή   να δουλέψει για το σκοπό αυτό. Εφόσον δηλαδή οι νέοι μας, οι παραγωγικές δυνάμεις και τα δυναμικά στρώματα ενσυνείδητα πιστέψουν σε ένα νέο αφήγημα για τη χώρα με πρωταγωνιστές  τους ίδιους και ανοίξουν νέους δρόμους για την κοινωνία.  όπου το  διαρκές και κεντρικό αίτημα μιας καλύτερης ζωής για όλους  θα  είναι  αποτέλεσμα μια διαδικασίας συλλογικής αυτογνωσίας και  συμφωνίας
Η θέση μου αυτή πατάει σε τρείς άξονες για τους οποίους και σύντομα θα μιλήσω.
1 Μια πολιτική πολιτισμού που θα στηρίξει το νέο αυτό αφήγημα για να απαλλαγούμε από μια  αυτοκαταστροφική παιδεία , που πρέπει να αλλάξει.
2. Ένας εντατικός διάλογος για πολιτικές που θα προτείνουν ρεαλιστικές λύσεις και θα επαναφέρουν στο κοινωνικό μας λεξιλόγιο και στο συλλογικό μας υποσυνείδητο έννοιες  όπως  «παράγω», «δημιουργώ», «συμμετέχω», «προσφέρω».  «μορφώνομαι», «αγωνιώ», «αναζητώ», «σέβομαι».
3. Πολιτική εκπροσώπηση της γενιάς αυτής.
Πριν όμως αναφερθώ  στα παραπάνω, θέλω να κάνω δυο αναγκαίες διευκρινήσεις.
Η πρώτη είναι  ότι δεν μπορώ και δεν θέλω να μιλήσω για το ενδεχόμενο η χώρα να είναι ερείπια ύστερα από λίγες εβδομάδες. Δεν μπορώ να μιλήσω για αφηγήματα, πολιτικές, νέες συλλογικότητες, νέα γενιά αν η πατρίδα μας αντιμετωπίσει άμεσα  τον  όλεθρο της εξαθλίωσης, της απομόνωσης και της υπονόμευσης της δημοκρατίας, των θεσμών και της λειτουργίας της.
 Τοποθετούμαστε όλοι σε μια ιστορική στιγμή που παρά τα αντίθετα μηνύματα οφείλουμε, έχοντας την αίσθηση του κατεπείγοντος, να διαθέσουμε όλη μας τη δύναμη για να αντιμετωπίσουμε την κρίση αλλά παράλληλα  να σχεδιάζουμε συλλογικά για ένα καλύτερο μέλλον, Δηλαδή  για το πώς   
σε 10-20 χρόνια από σήμερα θα είμαστε ένα αναπτυγμένο κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά Κράτος .
Με ποιες νοοτροπίες, ποια δημόσια ήθη, ποια διδάγματα, ποιο προσανατολισμό, ποιους θεσμούς και ποιους πολιτικούς θα πορευτούμε 
Πώς θα δημιουργήσουμε ένα πλαίσιο όπου ο καθένας θα αισθάνεται ότι μπορεί να πετύχει όσα επιδιώκει και ονειρεύεται.
Η δεύτερη διευκρίνιση είναι, ότι ο εντοπισμός « μιας κάποιας λύσης» σε μια συγκεκριμένη γενιά και η ανάδειξη ενός γενεακού χάσματος  ίσως αποτελεί σημάδι σημαντικής υστέρησης μιας κοινωνίας. Αναγνωρίζω και σέβομαι τους κόπους και θυσίες όλων των γενεών, την πείρα τους  και όσα αυτές κόμισαν και κομίζουν χωρίς όμως να θέλω να επιβαρύνομαι με την αρνητική τους κληρονομιά.  Αναγνωρίζω τις πολιτικές και κοινωνιολογικές θεωρίες, τις ιδεολογικές προσεγγίσεις που απορρίπτουν μια γενεακή θεώρηση των πραγμάτων και αντιμετώπιση των πολιτικών ζητουμένων. Αναγνωρίζω, όμως, και την πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί γύρω μου και αναγκαστικά η όποια ανάλυση περνάει μέσα και από αυτή. Μια πραγματικότητα που διαμορφωνόταν στη χώρα αλλά και σε ολόκληρο τον ευρωπαϊκό νότο δημιουργώντας νέες ανισότητες, απομόνωση και διέυρυνση του αριθμού όσων βρίσκονταν εκτός συστήματος,  παραγωγής, εργασίας, πολιτικής κοκ, εξέλιξη για την οποία η Ευρώπη φέρει και αυτή μεγάλη ευθύνη.

Ποια τα χαρακτηριστικά, λοιπόν, της γενιάς αυτής και ποιες οι προϋποθέσεις δημιουργίας ενός εθνικού  αφηγήματος με κεντρικό άξονα μια νέα πολιτική πολιτισμού και παιδείας;

Είναι η πρώτη γενιά μεταπολεμικά που δεν ζει με την προσδοκία μιας καλύτερης πραγματικότητας αν και  συγκεντρώνει τα περισσότερα προσόντα και τις περισσότερες δεξιότητες. Πιστεύει όμως στις δυνατότητές της, αλλά και στο ότι η Ευρώπη είναι το περιβάλλον, μέσα στο οποίο μπορεί να τις αξιοποιήσει αφού είναι μια κοινότητα που έχει ωφελήσει την Ελλάδα .
 Μια γενιά, όμως,  εγκλωβισμένη σε περιστασιακές θέσεις εργασίας- ακόμα και για τους νέους υψηλής εξειδίκευσης- με ελάχιστα δικαιώματα ή καταδικασμένη στην ανεργία .

Μια γενιά που ένα κομμάτι της βρισκόταν στο οικονομικό και κοινωνικό περιθώριο ακόμα και στα χρόνια της ευημερίας, στην παρανομία και τη μαύρη εργασία, εκτεθειμένοι στην εργοδοτική αυθαιρεσία

Οι έννοιες της απόκτησης ιδιοκτησίας, της αποταμίευσης, της σταθερής εργασίας, της ασφάλειας ακόμα και της δημιουργίας οικογένειας φαντάζουν πλέον απραγματοποίητες.

 Σήμερα, ίσως το ποιοτικότερο και παραγωγικότερο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας βρίσκεται εκτός οικονομικού και παραγωγικού χάρτη ή υποαπασχολείται.

Αν και η Νέα Γενιά και ιδίως οι ηλικίες 25 έως 35 ετών είχε αρχίσει να αντιλαμβάνεται ότι υπήρχαν παράγοντες πολιτισμικοί και κοινωνικοοικονομικοί που υπονόμευαν τις  προοπτικές της , η οικονομική κρίση ήρθε να επισπεύσει την αλλαγή στην πολιτική συμπεριφορά.
 Νέα δίπολα δημιουργήθηκαν, η οικογενειακή στήριξη αποδυναμώθηκε και  η πόλωση που εμπόδιζε την κινητικότητα των νέων ψηφοφόρων έπαψε να υπάρχει.
Στις εκλογές αυτές είχαμε μια ηλικιακή τομή. Στις ηλικές 18-34 το 83% δεν ψηφισε πασοκ-νδ. Συγκυριακό;απλό σύμπτωμα. Απογοήτευση, διαμαρτυρία, οργή, ριζοσπαστισμός, αλλαγή, έλλειψη προσανατολισμου; Δεν ξέρω. Σίγουρα όμως δεν είναι μια στατική κατάσταση. Είναι , μια μεταβαλλόμενη πραγματικότητα που δεν μπορούμε να αγνοήσουμε , πρέπει να μας προβληματίσει αλλά δεν πρέπει να την φοβηθούμε και να την βάλουμε απέναντι.

Αναπόδραστα, η σημερινή γενιά θα ξανασυγκεντρωθεί γύρω από κάποια αφήγηση, ένα εθνικό πρόταγμα που θα καθορίσει και τη μορφή της χώρας για τα επόμενα χρόνια.
 Όπως ήταν το αίτημα για την αποκατάσταση και εμπέδωση μιας  σύγχρονης δημοκρατίας, αργότερα το αίτημα για την Αλλαγή και  πιο πρόσφατα το αίτημα για τον εκσυγχρονισμό, αιτήματα που παραμένουν επίκαιρα γιατί ποτέ δεν ολοκληρώθηκαν αφού υπονομεύθηκαν από την τρέχουσα κουλτούρα,  παρόλα αυτά συγκίνησαν και κινητοποίησαν τη νέα γενιά και βρήκε ακόμα και πολιτική εκπροσώπηση.
Έτσι και τώρα θα προβάλλει ένα νέο εθνικό αφήγημα.

Χρειάζεται όμως να απαντήσουμε στα αίτια που οδήγησαν την κοινωνία στο σημερινό αδιέξοδο για να μπορέσουμε να δώσουμε ιστορικότητα στο παρόν επικαιροποιώντας το παρελθόν. Για αυτά έχουν γραφεί και λεχθεί πολλά.

 Άλλωστε, σημασία έχει τι κάνουμε από εδώ και πέρα

Πολύ σύντομα θα πω ότι είχαμε την ευκαιρία τα τελευταία δέκα χρόνια να αλλάξουμε τη ζωή μας και δεν το κάναμε έτσι όπως θα μπορούσαμε. Είχαμε ένα πολιτικό σύστημα που λειτούργησε ως επιταχυντής της ολικής κρίσης αφού εξέθρεψε την κομματοκρατία και ενίσχυσε τη δημοσιονομική ασωτία του κράτους. Προσθέτω τη  διάβρωση όλων των εκφάνσεων της δημόσιας ζωής από το κράτος, την  επανειλημμένη αποτυχία των μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα αλλά και τη δυσπιστία για τα  πολιτικά κόμματα και μια απογοήτευση από την πολιτική. Η κρίση βρήκε τη χώρα ανοχύρωτη και απροετοίμαστη σε επίπεδο εξουσίας, οικονομίας, κοινωνικών δομών και κυρίως νοοτροπίας. Λίγοι μπήκαν στον κόπο να εξηγήσουν με ειλικρίνεια την είσοδό μας σε μια σκληρή πραγματικότητα. Και ακόμα λιγότεροι μπόρεσαν να ακούσουν, αφού οι φωνές του λαϊκισμού και της αντίδρασης ήταν πολλές .

Επομένως, το νέο εθνικό αφήγημα, δεν μπορεί παρά να απαντά θετικά και να ανατρέπει  όσα μας καταδίκασαν σε υστέρηση.
Δεν μπορεί παρά να παρουσιάζει ένα σύνολο κυρίαρχων αντιλήψεων, θεσμών και τρόπων λειτουργίας, συμπεριφορών και πεπραγμένων, εκφάνσεις μιας ολόκληρης κοινωνίας, που θέλει να βλέπει τα πράγματα να πηγαίνουν μπροστά.
 Ένα αφήγημα που δημιουργεί αναχώματα στην υποχώρηση του δημοσίου συμφέροντος προς αποφυγή του πολιτικού κόστους, που απελευθερώνει τη διακυβέρνηση από το πελατειακό κράτος.
 Ένα αφήγημα που απομονώνει την ελαστική ηθική στη δημόσια ζωή και αποκαθιστά την ηθική στάση ως ζωτική ανάγκη στο δημόσιο βίο. 
Ένα αφήγημα που  μπορεί να επιβεβαιώσει καθημερινά και με ρεαλιστικό τρόπο τα οράματά μας, να  ενθαρρύνει συλλογικότητες σε ένα πλαίσιο κοινωνικής συνευθύνης,  να ενδυναμώσει τις σχέσεις πολίτη με κοινωνία και πολιτεία.
Ναι, μπορούμε να συζητήσουμε πλέον ανοιχτά και με τα διδάγματα πολύ πρόσφατα, για το ποιοι είμαστε, που θέλουμε να ανήκουμε, τι αναθεωρούμε, τι αφήνουμε και τι επιδιώκουμε, τι περιεχόμενο δίνουμε στην ανανέωση, γιατί οι υπάρχουσες μεταρρυθμιστικές δυνάμεις αδυνατούν διαχρονικά να φέρουν ολική ανατροπή παρά τις προσπάθειές τους. Έχουμε πλέον καταγεγραμμένη μια πυκνή ιστορία προσπαθειών, πρωτοβουλιών, επιτυχιών και αποτυχιών που μας επιβάλλει να απαντήσουμε στα ερωτήματα αυτά με ειλικρίνεια, αυτοκριτική και αλήθεια, βλέποντας την αδυναμία μιας κοινωνίας που δεν έγινε τελικά ποτέ αυτοδύναμη.
Προφανώς, ένα νέο εθνικό αφήγημα δεν εξαντλείται στην παιδεία και τον πολιτισμό μας. Αφορά τη θέση μας στο κόσμο, τη λειτουργία της δημοκρατίας μας, το παραγωγικό μας μοντέλο, κοινωνικές συμφωνίες για πολιτικές στήριξης, πώς δημιουργούμε μια κοινωνία ευκαιριών και ισότητας , μια δίκαιη κοινωνία.
Όμως , η παιδεία και μόνο  αυτή  μπορεί να διαχέει μια αξιακή κολτούρα σε όλο και πιο πολλούς. Μια παιδεία που δεν περιορίζεται στο χώρο της εκπαίδευσης αλλά έχει να κάνει με το πολιτικό παράδειγμα, τους διαμορφωτές κοινής γνώμης, τα νέα κοινωνικά κινήματα, τις κινήσεις πολιτών. 

ΙΙ. Η πολιτισμική αυτή ανατροπή που βρίσκεται στον πυρήνα του νεόυ εθνικού αφηγήματος έρχεται να προετοιμάσει δημιουργικά και με ασφάλεια ένα διάλογο για τις πολιτικές εκείνες που μπορούν να αφορούν τη γενιά μας και αυτή που έρχεται αφού βέβαια εξασφαλισθεί η επιβίωσή της μέσα σε συνθήκες σταθερότητας.
Παράδειγμα

Να δούμε γιατί οι πρωτοπόρες και καινοτόμες χώρες δαπανούν το 65% των πόρων στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια και 35% στην τριτοβάθμια ενώ εμείς το αντίστροφο και αν και εμείς αντιστρέψουμε την πολιτική αυτή αν μπορούμε να  προχωρήσουμε σε μισθολογικές αυξήσεις και κίνητρα σε εκπαιδευτικούς αυξάνοντας όμως  το εκπαιδευτικό ωράριο που είναι το μικρότερο στην Ευρώπη!
Να μιλήσουμε για πραγματικό Καλλικράτη και αποκέντρωση στην παιδεία όπου τα σχολεία θα είναι αυτόνομες μονάδες με ΔΣ και πιτροπές γονέων ενώ οι Δήμοι θα αναλαμβάνουν, έχοντας πόρους μέσα από αποκέντρωση και της φορολογίας, την χρηματοδότηση των σχολείων και την πληρωμή  των εκπαιδευτικών.
Να συζητήσουμε αν πρέπει να δώσουμε έμφαση στην τεχνική εκπαίδευση και να δούμε γιατί πχ Αυστρία και Γερμανία , που έχουν τα μικρότερα ποσοστά ανεργίας στους νέους, κατευθύνουν το 70% των μαθητών στην τεχνική εκπαίδευση.
Να αξιολογήσουμε το γεγονός ότι χωρίς να υπολογίσουμε όσους σπουδάζουν στο εξωτερικό, οι σπουδαστές και φοιτητές της χώρας είναι περίπου τα ¾ της προ-παραγωγική γενιάς και αν αυτό το μοντέλο πλέον το θέλουμε.
Γιατί το Βέλγιο με πληθυσμό ίδιο με εμάς έχει τους μισούς διδάκτορες και κατά πόσο οι διδάκτορες πρέπει να κατευθύνονται και στον ιδιωτικό τομέα όπου μπορούν να ενισχύσουν τη νέα επιχειρηματικότητα και απασχόληση.
Να συζητήσουμε για την ευελιξία του πανεπιστημίου,αν έχει κλείσει ο κύκλος της αποκλειστικής κρατικής χρηματοδότησης και πώς αναβαθμίζουμε την ποιότητα μέσα από την εξειδίκευση .
Πώς δημιουργούμε ένα σύστημα πιστοποίησης προσόντων και ανάπτυξης οριζόντιων ικανοτήτων, ειδικά για μια γενιά που έχει πλέον αρκετές εργασιακές και διοικητικές εμπειρίες.
Πώς συνδέουμε τις παραγωγικές με τις κοινωνικές ανάγκες  και πώς κατευθύνουμε το μεγαλύτερο ποσοστό των νέων επιστημόνων και επαγγελματιών, όχι μόνο στην έρευνα και τις κοινωνικές επιστήμες αλλά στους αναπτυξιακούς τομείς που η χώρα έχει αποφασίσει.
Πώς ενθαρρύνουμε την επιχειρηματικότητα, τη δημιουργία  και το λελογισμένο ρίσκο , έννοιες που ταυτίζονται με τους νεους, στην οικονομία.
Να συζητήσουμε με την ΕΕ πώς θα εξασφαλίσουμε μια εξ ποστ αξιολόγηση των προγραμμάτων και των χρηματοδοτήσεων ώστε η ροή της χρηματοδότησης να συναρτάται και από τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, τεχνογνωσίας και την  αποτελεσματικότητα.
Να αναζητήσουμε νέες επενδυτικές πρωτοβουλίες που δεν εξαρτώνται άμεσα από την μακροοικονομική κατάσταση της χώρας και αυτή του  χρηματοπιστωτικού συστήματος  αλλά απελευθερώνουν το κράτος ή τον ιδιώτη από το ρίσκο μιας επιχειρηματικής  ενέργειας και το μεταφέρουν στον επενδυτή.
Να συζητήσουμε για την ενίσχυση της μεσαίας τάξης αφού βέβαια εξασφαλίσουμε ότι θα συνεχίσει να υπάρχει μεσαία τάξη μιας και η αποσάρθρωσή της είναι ραγδαία και τα κοινωνικοοικονομικά της χαρακτηριστικά μεταβάλλονται καταιγιστικά.
Να συζητήσουμε εν τέλει για τις ανισότητες, για τις αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές και την αύξηση του ανταγωνισμού .
Να δώσουμε ευκαιρίες σε όσους έπαψαν να ελπίζουν, σε όσους έχουν αδρανήσει. Να ξαναπάρουμε τη ζωή στα χέρια μας.



ΙΙΙ. Φτάνω και ολοκληρώνω με το θέμα της πολιτικής εκπροσώπησης:

H θέση μου είναι ότι η χώρα μπορεί να ξεπεράσει την κρίση παρά μόνο αν η αποδεδειγμένη ικανότητα λίγων δυστυχώς προσώπων συνδυαστεί με την ανάδειξη νέων δυνάμεων στην πολιτική εκπροσώπηση της κεντρικής γενιάς.
Μπορεί να υπάρξει νέο εθνικό αφήγημα εάν δεν υπάρξουν νέα πρόσωπα που θα το συνδιαμορφώσουν; Μπορεί να υπάρξει διάλογος για τις  πολιτικές που θα υπηρετήσουν ή θα εξυπηρετήσουν το νέο αυτό αφήγημα αν δεν υπάρξουν νέα πρόσωπα που θα επανασυστήσουν δεσμούς εμπιστοσύνης με τις πλατειές μάζες, που θα προέρχονται από αυτές  και θα φέρουν μπροστά έννοιες που έχουν ξεχαστεί;. Μπορεί να υπάρξουν όλα τα παραπάνω αν δεν βγουν στο προσκήνιο συμπολίτες μας που βίωσαν και βιώνουν όσα συζητάμε σήμερα; Μπορούν να εφαρμόσουν ένα σχέδιο για τη χώρα πολιτικές δυνάμεις που δεν θα έχουν στην πρώτη γραμμή νέους αυτής της γενιάς;
Οι μεταρρυθμίσεις και οι μεγάλες αλλαγές απαιτούν κοινωνικές συμμαχίες και ηγέτες. Σήμερα οι προϋποθέσεις αυτές φαίνεται ότι δεν υπάρχουν. Γι’ αυτό χρειαζόμαστε νέες πολιτικές δυνάμεις που δεν ωραιοποιούν , δεν κρύβονται και μπορούν να συνθέσουν δημιουργικά.
Βιώσαμε τα τελευταία χρόνια τέσσερεις μεγάλες αποτυχίες του πολιτικού συστήματος .
Η πρώτη αφορά τη συνολική αποτυχία της πολιτικής ελίτ και κυρίως της νεοδημοκρατικής διακυβέρνησης να διαχειριστεί τα κεκτημένα της προηγούμενης περιόδου και να προετοιμάσει τη χώρα για τις απαιτήσεις της ευρωζώνης. Το μόνο που κατάφερε ήταν να παραδώσει μια χρεωκοπημένη χώρα αλλά η ανάμνησή της να είναι ακόμα σε κάποιους θετική αφού απέφυγε τις συγκρούσεις και τις αλλαγές .Η αποτυχία αυτή, οι διαχρονικές υστερήσεις  και οι αστοχίες της επόμενης κυβέρνησης έφεραν το Μνημόνιο.
Η δεύτερη αποτυχία αφορά την εφαρμογή και την αδυναμία εφαρμογής του Μνημονίου αφού  απέτυχαν και τα δύο πρόσωπα του ΠΑΣΟΚ .Αυτό που ήταν συνδεδεμένο με τις κοινωνικές κατακτήσεις αλλά και με τις λαικίστικες πρακτικές αφού οι συνθήκες πλέον δεν το επέτρεπαν. Και αυτό που ήταν συνδεδεμένο με την ανάγκη μεταρρυθμίσεων και εκσυγχρονισμού, αφού, ακόμα και αν τα πρόσωπα ήταν διαφορετικά, η αδυναμία της κυβέρνησης να προωθήσει και να υλοποιήσει ένα εθνικό σχέδιο μεταρρυθμίσεων ή να τις κάνει μισές και να τις παίρνει πίσω  , καταβαράθρωσε τις όποιες αντίστοιχες δυνάμεις υπήρχαν και εμπέδωσαν την πεποίθηση ότι η παράταξη δεν είχε επαρκείς και ικανές δυνάμεις να φέρει εις πέρας ένα τέτοιο σχέδιο. Σ’αυτό προσθέτω την ανέξοδη, ανεύθυνη και καταστροφική στάση των υπολοίπων κομμάτων και κυρίως της ΝΔ.
Η  τρίτη μεγάλη αποτυχία που βαρύνει συνολικά το πολιτικό σύστημα ήταν ο μη σχηματισμός κυβέρνησης μετά τις εκλογές της 6ης Μαίου και η αστάθεια, που μπορεί να οδηγήσει και σε κατάρρευση της χώρας.

Τέλος, αποτυχία του συστήματος είναι η απουσία οποιασδήποτε συζήτησης για το μέλλον της ελληνικής κοινωνίας και μιας ιδεολογικής αντιπαράθεσης.
Η αποπολιτικοποίηση αυτή σε συνδυασμό με την οικονομική και κοινωνική κρίση λείανε το έδαφος για την ανάπτυξη ισοπεδωτικών απολίτικων αντιλήψεων.Τα άκρα ενισχύθηκαν πολλώ δε μάλλον όταν αυτά απέκτησαν πολιτική, κοινοβουλευτική ακόμα και ακαδημαική κάλυψη ή ακόμα και όταν κομμάτια του επιχειρηματικού, ακαδημαικού, συνδικαλιστικού , μιντιακού και πολιτικού κατεστημένου άρχισαν να επενδύουν στη νέα πολιτική κατάσταση που διαμορφώνεται χτίζοντας γέφυρες με αυτή και δικαιολογώντας φαινόμενα πολιτικής ανομίας και ισοπέδωσης.
Σαυτές τις αποτυχίες έρχεται να απαντήσει η αναγκαιότητα μιας νέας συλλογικότητας που θα μας οδηγήσει σύντομα σε μια νέα κοινωνική και πολιτική οργάνωση.
Η συζήτηση είναι πλέον ανοιχτή  και είναι αρκετοί εκείνοι από διάφορους χώρους πολιτικούς, κοινωνικούς, επαγγελματικούς, τις γειτονιές και τα κοινωνικά δίκτυα που μπορούν να συζητήσουν και να συνθέσουν ένα νέο δημόσιο πολιτικό χώρο.
Έναν χώρο  που θα έχει τις αναφορές του στην ευρύτερη κεντροαριστερά
Μια συλλογικότητα που  θα δημιουργεί παράλληλα τις κατάλληλες πολιτικές και οργανωτικές προϋποθέσεις για να συζητήσει και ισως υποδεχθεί   τον έστω και μικρό εν ελλάδι μεταρρυθμιστικό χώρο της ευρωπαικής κεντροδεξίας που θα προστρέξει ύστερα από την πιθανότατη αδυναμία της ευκαιριακής συλλογικής και συσπειρωμένης παραταξιακής ηγεσίας να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των καιρών και τη διάσωση της χώρας
Αλλά και της αυτοαποκαλούμενης αριστεράς που αντιμέτωπη με την σκληρή πραγματικότητα  την οποία είτε αγνοεί είτε ηθελημένα αποκρύπτει, θα   διαψεύσει όσους πίστευαν ότι είναι στοχοπροσηλωμένη στην ευρωπαική προοπτική της χώρας και την υιοθέτηση ενός νέου πολιτικού αφηγήματος όπως αυτό περιγράφηκε πιο πάνω.
Γιατί κυρίως η Κεντροαριστερά;
Η Κεντροαριστερά, ,  αποτέλεσε τα τελευταία είκοσι χρόνια το βασικό φορέα πολιτικών για την Αυτονομία, αλληλεγγύη, κοινωνική δικαιοσύνη και δημοκρατία, ισότητα όχι μόνο στο εσωτερικό των κρατών, αλλά και μεταξύ των κρατών όλου του κόσμου. Είναι ο πολιτικός χώρος που προσδοκούσε να  κάνει την Ευρωπαϊκή Ένωση «μεγαλύτερη, καλύτερη, ισχυρότερη»
  • Μεγαλύτερη διευρύνοντάς την,
  • Καλύτερη φέρνοντάς την πιο κοντά στον απλό πολίτη,
  • Ισχυρότερη ενδυναμώνοντας τον παγκόσμιο ρόλο της.
Είναι ο χώρος που στηρίχθηκε στην κεντρική γενιά σε όλες τις ιστορικές του φάσεις, και ειδικά στις στιγμές εκείνες που χρειάστηκε μια φυγή προς τα εμπρός.
Ο πολιτικός αυτός χώρος θα  συνεχίσει , παρά την εκλογική κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ και πιθανά να είναι και ο πρώτος που θα ανασυντεθεί.. Άλλωστε οι ιδέες δεν παύουν να υπάρχουν. Το περιθώριο όμως για την ανάπτυξη και την ηγεμονία αυτών των ιδεών είναι άγνωστο ποιο θα είναι.    Χρειάζεται όραμα και πραγματική ελπίδα, πρωτοβουλίες και  οργάνωση, διάθεση και πίστη, ένα μεγάλο εμείς .Χρειάζεται, γιατί μας λείπει, λόγος αυτοκριτικός, αληθινός, σύγχρονος και βιωματικός. Είμαι σίγουρος ότι εκεί έξω υπάρχουν αυτοί οι άνθρωποι .
Οι εξελίξεις είναι δυναμικές.
Ίσως για πολιτικές αλλαγές  να υπάρξει χρόνος.
 Ελπίζω και για τη χώρα.

«Η ανασυγκρότηση της κεντροαριστεράς: Συνθήκη σταθερότητας σε περίοδο κρίσης. Ο μετεκλογικός ρόλος του ΠΑΣΟΚ»



 Ομιλία μου στην ημερίδα  με τίτλο " Εκλογές της 6ης Μαίου 2012 - Ερωτήματα παλαιά, προσωρινά και νέα", που διοργανωσε  το Κέντρο Πολιτικών Ερευνών του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου το Μάιο του 2012 


Είναι εξαιρετικά επισφαλές μέσα σε συνθήκες έντονης πολιτικής ρευστότητας και ανασφάλειας  να προχωράμε σε αποτίμηση ενός εκλογικού αποτελέσματος ειδικά όταν επίκειται  νέα αναμέτρηση.
Έχοντας αυτό κατά νου, διατυπώνω την υπόθεση  ότι η εκλογική κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ είναι εξαιρετικά δύσκολο να ανατραπεί γιατί έχει στρατηγικά χαρακτηριστικά, ότι αποτελεί απερχόμενη πολιτική δύναμη  και ότι ο ρόλος του θα συρρικνωθεί έτι περαιτέρω σε μια διαδικασία ανασύνθεσης της ευρύτερης κεντροαριστεράς.
  Στην παρέμβασή μου, αφιερώνω το μεγαλύτερο μέρος στο να αποπειραθώ να εξηγήσω τους λόγους που οδήγησαν στην εκλογική κατάρρευση.
Τους διακρίνω χρονικά σε τρεις περιόδους, όπου και τους αναλύω:
1.Στην περίοδο μετά την εσωκομματική εκλογική αναμέτρηση του Νοεμβρίου του 2007 και μέχρι τις εθνικές εκλογές του Οκτωβρίου 2009. Δίνω βάρος στην αντιπολιτευτική  λειτουργία ΠΑΣΟΚ και στη μη συστηματική αξιολόγηση των  πεπραγμένων της  περιόδου Σημίτη
2.Στην περίοδο από τις εθνικές εκλογές του 2009 μέχρι και την παραίτηση του ΠΘ ΓΑΠ το Νοέμβριο του 2011 όπου ασχολούμαι αναλυτικότερα με α) την πολιτική διαχείριση της κρίσης. β) τη στρατηγική των εσωκομματικών κυρίως παικτών και κυρίως στις επιλογές που έκαναν για διαφωνία, αποχώρηση ή και αφοσίωση και γ) στην κατάρρευση της εικόνας του ΠΘ.

3.Στην περίοδο από την παραίτηση Παπανδρέου  μέχρι και τη διεξαγωγή των εκλογών δηλαδή από το Νοέμβριο του 2011 μέχρι και το Μάιο του 2012.
Oλοκληρώνω παρουσιάζοντας σύντομα σενάρια για τον μετεκλογικό ρόλο του ΠΑΣΟΚ που πιθανά ενισχύουν την αρχική μου υπόθεση.



ΕΙΣΑΓΩΓΗ:
Η σύντομη παρουσίαση σκέψεων για τις παθογένειες του ελληνικού πολιτικού συστήματος  και ο ρόλος του ΠΑΣΟΚ είναι προϋπόθεση sine qua non για την ανάλυση όσων προηγουμένως ανέφερα.
Το 1974 το ΠΑΣΟΚ άρχισε να κινητοποιεί τις μάζες χρησιμοποιώντας ένα ριζοσπαστικό πολιτικό λόγο που ταίριαζε περισσότερο σε χώρα του τρίτου κόσμου.Το 1981 το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου υποστηριζόμενο από το 48% θα μπορούσε να είχε ακολουθήσει το πραγματιστικό μοντελο της Γαλλίας και της Ισπανίας αλλά συνέχισε πιο εντατικά τη δημοσιονομικά επεκτατική πολιτική . Τη δεκαετία του 1980 η μάζα των μελών του ΠΑΣΟΚ ήταν δημόσιοι υπάλληλοι και κομματικά στελέχη. Το ΠΑΣΟΚ της περιόδου 1993-1996 εκμεταλλεύθηκε την αιφνιδιαστική εξοικείωση της ελληνικής κοινωνίας με τον οικονομικό και κοινωνικό φιλελευθερισμό .
Οι εκλογές του 1996 και η άνοδος του Κ.Σημίτη ήταν ένα σημαντικό σημείο για την αλλαγή του κοινωνικού προφίλ της εκλογικής βάσης του ΠΑΣΟΚ και της πολιτικής του ατζέντας. Το νέο δόγμα του ΠΑΣΟΚ , ο εκσυγχρονισμός, δηλαδή η μείωση της απόστασης που χωρίζει τη χώρα από τις πιο αναπτυγμένες κοινωνίες της ΕΕ παρουσιάστηκε ως ένα πολύ σημαντικό χαρακτηριστικό του νέου  ΠΑΣΟΚ. Ο εκσυγχρονισμός συνοδεύθηκε από την πολιτική επένδυση της Κεντροαριστεράς που ήταν παραδειγματική στον ιδεολογικό πυρήνα του εκσυγχρονισμού. .Το ΠΑΣΟΚ αύξησε την επιρροή του στις μεσαίες και ανώτερες τάξεις κυρίως ανάμεσα σε εκείνους με υψηλή μόρφωση. (Moschonas, 2001 and Lyrintzis, 1998).
Το 2004 ανέλαβε πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ ο Γ.Α.Π ο οποίος διακρινόταν για τη νεωτερικότητά του,  την ατζέντα κοινωνικού φιλελευθερισμού καθώς και την πίστη του αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες. Επί των ημερών του η κοινωνική γεωγραφία του ΠΑΣΟΚ δεν άλλαξε δραματικά παρουσίασε όμως απώλειες στις μεσαίες και ανώτερες τάξεις.






4. Το προβληματικό  ελληνικό πολιτικό σύστημα λειτούργησε  ως επιταχυντής της κρίσης.

Εξέθρεψε την κομματοκρατία και ενίσχυσε τη δημοσιονομική ασωτία του κράτους, τις πελατειακές σχέσεις και τη διαφθορά, το λαϊκισμό και την αναποτελεσματικότητα της διοικητικής μηχανής.

Στα παραπάνω πρέπει να προσθέσουμε τη διάβρωση όλων των εκφάνσεων της δημόσιας ζωής από το κράτος, εξέλιξη που οδήγησε σε μια ιδιότυπη πολιτική πατρωνία. Τα κόμματα ήταν σε θέση να διεισδύσουν και να ελέγχουν συχνά σχεδόν όλους τους τομείς της δημόσιας ζωής, ακόμη και στον ιδιωτικό τομέα.

Μια δεύτερη σημαντική παράμετρος είναι η επανειλημμένη αποτυχία των μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα, η έκταση της οποίας ανάγκασε τις κοινωνικές επιστήμες να ασχοληθούν επισταμένα με το ζήτημα αυτό.

Τέλος, ολες οι έρευνες των τελευταίων ετών καταδείκνυαν μια δυσπιστία για τα  πολιτικά κόμματα και μια απογοήτευση από την πολιτική. Ο τρεις δεκαετίες των λαϊκιστικών και πελατειακών πρακτικών είχαν  καταφέρει να οδηγήσουν σε μια αλλοτρίωση, σε μια κατάσταση όπου υπήρχε μια ρητή ή σιωπηρή αποδοχή του πελατειακού συστήματος.  
Η οικονομική κρίση ήταν ένα σοκ για την ελληνική κοινωνία που αναγκάστηκε να συνειδητοποιήσει ότι οι πρακτικές του παρελθόντος έπρεπε να εγκαταλειφθούν.




Λόγοι κατάρρευσης ΠΑΣΟΚ:

Α’ Περίοδος.

Το ΠΑΣΟΚ μετά την εσωκομματική αναμέτρηση του 2007 και ύστερα από αναταράξεις που απορροφήθηκαν από την προοπτική της εκλογικής νίκης, μπήκε σε τροχιά δημοσκοπικής και πολιτικής ανόδου εκμεταλλευόμενο και την κατάρρευση της κυβέρνησης Καραμανλή, η οποία κανένα επίτευγμα δεν είχε να παρουσιάσει.
Το ΠΑΣΟΚ προσέτρεξε στους παραδοσιακούς συμμάχους του που είχαν απομακρυνθεί το 2004 και κυρίως από το 2001 και μετά, με την προώθηση της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης Γιαννίτση,   δηλαδή κυρίως σε συνδικαλιστικές ηγεσίες και οργανωμένες συντεχνίες που μπορούσαν να επανασυστήσουν διαύλους επικοινωνίας του οργανωμένου ΠΑΣΟΚ με τους μαζικούς χώρους και να μετατρέψουν την αποδοκιμασία της νεοδημοκρατικής διακυβέρνησης σε ψήφο προσδοκίας και ελπίδας για το ΠΑΣΟΚ.
 Η συλλογική ηγεσία του ΠΑΣΟΚ εκείνης της περιόδου, δηλαδή Πρόεδρος και κορυφαία στελέχη, μέσα στην αδημονία  της εκλογικής νίκης δεν  προχώρησαν σε μια ουσιαστική και συστηματική αποτίμηση της περιόδου Σημίτη, η οποία πέραν των σημαντικών της επιτυχιών γνώρισε ήττες στην προώθηση συγκεκριμένων μεταρρυθμίσεων, τα μαθήματα των οποίων μπορεί και να αποδεικνυόντουσαν χρήσιμα για την τότε ηγεσία.  Η σύγγνωστη πλάνη της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ ήταν ότι εκείνοι (δηλαδή οργανωμένες ομάδες  συμφερόντων, συνδικαλιστέςπολιτικά πρόσωπα κοκ)  που εμπόδισαν λυτρωτικές για τη χώρα μεταρρυθμίσεις την προηγούμενη περίοδο θα ήταν σταθεροί και ειλικρινείς σύμμαχοι  στη προσπάθεια αλλαγής της χώρας μέσα σε συνθήκες πρωτοφανούς κρίσης.  Η προοπτική της εξουσίας ένωσε, όπως και σε όλα τα σύγχρονα πολυσυλλετικά κόμματα. 
Η υιοθέτηση από το ΠΑΣΟΚ περισσότερο στο πεδίο της ρητορείας και του δημόσιο λόγου και λιγότερο ομολογουμένως στο πεδίο των προγραμματικών θέσεων ,  πολλών και ετερόκλιτων κοινωνικών αιτημάτων στη λογική μιας επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής καλλιέργησε αυξημένες προσδοκίες . Αντί να προετοιμαστεί το εκλογικό σώμα αλλά και η κοινή γνώμη για την αναγκαιότητα περιστολής δαπανών , υπήρξε μια πλειοδοσία υποσχεσιολογίας που άφησε την κοινωνική της εναπόθεση και εκφράσθηκε εκλογικά με την εντυπωσιακή νίκη της 4ης Οκτωβρίου 2009.
Παράλληλα, οι πολιτικές και πολλά από τα πολιτικά και τεχνοκρατικά πρόσωπα της περιόδου 1996-2004 ήταν στο περιθώριο.







Β’ΠΕΡΙΟΔΟΣ Από εκλογές Οκτωβρίου  2009 –Νοέμβριο 2011


Τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα που άσκησαν διακυβέρνηση τα τελευταία χρόνια, όπως οι Πορτογάλοι και οι Ισπανοί σοσιαλιστές, βυθίστηκαν -λόγω και της κρίσης χρέους- σε έναν  ιδιότυπο σωτηριολογικό μεν αλλα μη σοσιαλδημοκρατικό  λόγο και σε αντίστοιχες πολιτικές. Αυτό υπονόμευσε το μήνυμα των σοσιαλιστών σε όλη την Ευρώπη. Το πεδίο μέσα στο οποίο το ΠΑΣΟΚ είχε να διαχειριστεί την κρίση ήταν μια πρόκληση αναμέτρησης για τα δύο πρόσωπα του Ιανού. Εν πολλοίς το ΠΑΣΟΚ είχε βασικό μερίδιο ευθύνης για τα όσα αρνητικά σωρεύτηκαν τις τελευταίες δεκαετίες. Έπρεπε, επομένως να αλλάξει για να μπορέσει να επιβιώσει πρώτα η χώρα και μετά και εκείνο. Πέρα από συμπαθητικά ρητορικά σχήματα που  ικανοποιούν και αναδιατυπώνουν  το διαρκές αίτημα της αλλαγής, αυτό εκφράζεται με συγκεκριμένες πολιτικές πρακτικές και δημόσιες πολιτικές.
 Εν προκειμένω, είχαμε και πάλι την ανάδειξη  μιας δισυπόστατης δύο εντελώς αντιθετικών πολιτικών κουλτούρων ( Διαμαντούρος) αρκούντως ανταγωνιστικών μεταξύ τους μέσα στο ίδιο το ΠΑΣΟΚ και την κυβέρνηση: μιας εσωστρεφούς, ξενοφοβικής, παραδοσιακής και μιας εκσυγχρονιστικής, εξωστρεφούς. Έτσι και τη διετία αυτή η δισυπόστατη αυτή κολτούρα ήταν έντονη, αλλά παρατηρούμε ότι :
Α) Η επιλογή της ηγεσίας ήταν ασταθής και όχι ευκρινής.
Β)  Οι επιλογές αρκετών εσωκομματικών παικτών ήταν θολές, ευμετάβλητες και πολλές φορές αλληλοαναιρούμενες λόγω και του δυναμικού πολιτικού σκηνικού που άλλαζε με συνταρακτικές ταχύτητες από τη σαρωτική επίδραση που είχε η εφαρμογή και η αδυναμία εφαρμογής του Μνημονίου αλλά και ενός  Εθνικού Σχεδίου Ανασυγκρότησης
 Γ) Οι επιλογές των παικτών για αποχώρηση, διαφωνία ή αφοσίωση παρήγαγαν πολλαπλάσια ή υποπολλαπλάσια αποτελέσματα στην πορεία των πραγμάτων και στη διαχείριση της κρίσης, απότι σε έναν συνήθη πολιτικό χρόνο.
Ένα σύντομο χρονολόγιο της κρίσης  θα μπορούσε να μας βοηθήσει στην περαιτέρω ανάλυση των παραπάνω και κυρίως πώς η πολιτική διαχείριση της κρίσης οδήγησε στην εκλογική κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ.
1.     ΧΡΟΝΙΚΟ
Μετά την αναθεώρηση του ελλείμματος, Τον Δεκέμβριο  2009 οι  οίκοι αξιολόγησης υποβαθμίζουν  την Ελλάδα .Η επιλογή τότε της ηγεσίας ήταν αυτή της ήπιας προσαρμογής. Ανακοινώθηκαν αλλαγές στη δημόσια διοίκηση αλλά δεν προχώρησαν ποτέ. Τα μέτρα οικονομικής προσαρμογής περιορίστηκαν μόνο στο πάγωμα κάποιων δημοσιονομικά ασήμαντων προεκλογικών υποσχέσεων. Οι συμμαχίες που είχε κτίσει προεκλογικά το ΠΑΣΟΚ αποδεικνυόντουσαν εξαιρετικά χρήσιμες την περίοδο εκείνη γιατί οι αναταράξεις ήταν ελάχιστες και όλοι έδειχναν ευχαριστημένοι.
Υστερα από ένα πρώτο πακέτο μέτρων που ανακοινώθηκε το Φεβρουάριο και αφορούσε το δημόσιο τομέα και έτυχε απόδοχής, Το Μάρτιο ανακοινώνεται δεύτερο μεγαλύτερο πακέτο οικονομικών μέτρων και στις 25 Μαρτίου λαμβάνεται η απόφαση στις Βρυξέλλες για την ίδρυση του Ευρωπαικού Μηχανισμού Στήριξης. Τα περιθώρια ΑΝΟΧΗΣ της ελληνικής κοινωνίας απέναντι στο ΠΑΣΟΚ και το Γ.Παπανδρέου είναι ακόμα ισχυρά παρά την υποχώρηση που έχουν γνωρίσει  ενώ περίπου 55% των ερωτωμένων απαντούν ότι είναι διατεθειμένοι να υποστούν θυσίες προκειμένου να ανακάμψει η χώρα.
Στις 23 Απριλίου 2010 η  Ελλάδα προσφεύγει στον μηχανισμό στήριξης Στις 2 Μαΐου 2010  ανακοινώνονται τα μέτρα της τρόικας και στις 6 Μαΐου 2010 Ψηφίζεται από τη Βουλή το μνημόνιο .Την ίδια ημέρα διαγράφονται από την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ οι βουλευτές : Γιάννης Δημαράς , Σοφία Σακοράφα και Βασίλης Οικονόμου, οι οποίοι καταψήφισαν το σχετικό νόμο.
Οι 3 βουλευτές γνώριζαν ότι καταψηφίζοντας το νομοσχέδιο αυτομάτως θα τίθεντο εκτός Κ.Ο ΠΑΣΟΚ. Ήταν ουσιαστικά μια αποχώρηση με το μανδύα της διαφωνίας. Η διαφωνία δεν είναι τίποτα άλλο παρά βασικό τμήμα και βασική λειτουργία οιουδήποτε πολιτικού συστήματος, γνωστή και ως άρθρωση συμφερόντων. Και οι 3 βουλευτές είχαν εκλεγεί στις μεγάλες περιφέρεις της Αττικής, όπου ο πληθυσμός αυτός ήταν και πιθανότερο τότε να υποστεί τις πρώτες επιπτώσεις της κρίσης. Επιπροσθέτως, οι Δημαράς και Σακοράφα είχαν υψηλά ποσοστά σταυροδοσίας σε περιοχές των δυτικών προαστίων με έντονα λαική ψήφο ενώ στην αρνητική τους ψήφο προσέδωσαν και εθνικοπατριωτικά χαρακτηριστικά αφου με δηλώσεις τους τη χαρακτήρισαν ως ψήφο απέναντι στην προσπάθεια υποδούλωσης της χώρας. Η ρητορική τους προσομοίαζε με αυτή του ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του 1980 και η μετέπειτα ενσωμάτωσή τους στους ΑΝΕΛ και ΣΥΡΙΖΑ αντίστοιχα ήρθε ως φυσική εξέλιξη των πραγμάτων.
 Η διαφωνία και η εν τέλει αποχώρησή τους δεν είχε ως ζητούμενο να «βελτιώσει» κατά τη θεωρία και του Χίρσμαν την απόδοση του κόμματος αλλά να προκαλέσει το πρώτο σημαντικό ρήγμα αυτού με κοινωνικές τάξεις που το στήριξαν  στην εκλογική αναμέτρηση του 2009.  Οι βουλευτές εκείνοι διέβλεψαν νωρίς την αδυναμία του ΠΑΣΟΚ να διαχειριστεί τη νέα πραγματικότητα και κινούμενοι ορθολογικά αποσπάστηκαν από τον κομματικό φορέα επενδύοντας στις εγγενείς αδυναμίες του ΠΑΣΟΚ όπως αυτές περιεγράφησαν νωρίτερα . Σύμφωνα και με το μοντέλο του Χότελινγ η ανελαστική ζήτηση ειδικά σε συνθήκες ενός διπολικού συστήματος, όπως ήταν ακόμα το Μάιο του 2010 το ελληνικό πολιτικό σύστημα, δεν οδήγησε αμέσως τους βουλευτές και   κοινωνικές ομάδες στην αγορά ενός νέου προΪόντος..απελευθέρωσαν όμως και απενεχοποίησαν την έννοια της λιποταξίας, δηλαδή της απουσίας αφοσίωσης από τις τάξεις της ευρύτερης παράταξης αφού θεωρούσαν ότι αυτή πλέον είχε αποστεί από τις παραδοσιακές καταβολές της και ασκούσε νεοφιλελεύθερες πολιτικές.
Η επιλογή της ηγεσίας για διαγραφή των βουλευτών που διαφώνησαν αποσκοπούσε στην αποφυγή του ηθικού κινδύνου που θα ενείχε μια πιο συγκαταβατική αντιμετώπιση των διαφωνούντων, αφού μπορεί έτσι να έβρισκαν μιμητές. Άλλωστε, η εκτίμηση της ηγεσίας  τότε ήταν ότι η χώρα θα μπορούσε γρήγορα να ανακάμψει επομένως οι όποιος απώλειες θα ήταν προσωρινές και θα μπορούσαν να αναπληρωθούν προς το τέλος της θητείας.
Επιπροσθέτως, αυτές οι πρώτες αποχωρήσεις δημιουργούσαν συνθήκες πίεσης και στους υπόλοιπους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, ενός ΠΑΣΟΚ  που είχε αποφασίσει ως στρατηγική να αντιμετωπίσει την κρίση  αποκλειστικά με τις  δικές του δυνάμεις . Αν και παραδέχθηκε ότι η κατάσταση ήταν έκτακτης ανάγκης, η κυβέρνηση δεν επεδίωξε έστω και δια της θεσμικής κοινοβουλευτικής οδού ή και δεν κατάφερε τον πρώτο χρόνο διακυβέρνησης  τη δημιουργία ενός ευρύτερου πολιτικό μετώπου για να αντιμετωπιστεί η κατάσταση.

 Προσέκρουσε  στην άρνηση των λοιπών παικτών του πολιτικού συστήματος,  υπερεκτίμησε τις δυνατότητες του πολιτικού προσωπικού της κυβέρνησης και της κρατικής μηχανής και υποεκτίμησε την πραγματική κατάστασης της χώρας.

 Οι βουλευτές  του κόμματος άρχισαν να γίνονται δέκτες πρώτα των πιέσεων των μεσαίων στελεχών του κόμματος , που εκπροσωπούσαν κοινωνικές ομάδες, συντεχνίες και συμφέροντα, και αργότερα ψηφοφόρων τους αλλά ήταν παράλληλα και υποδοχείς της πίεσης που προκαλούσε το δίλημμα «μνημόνιο ή χρεοκοπία». Δίλημμα υπαρκτό, πραγματικό, το πρώτο σκέλος όμως του οποίου τελούσε υπό την αίρεση α) της αξιολόγησης των πολιτικών που αποφασίσθηκαν και ενσωματώθηκαν στο Μνημόνιο από το οποίο απουσίαζε η σύνδεση των στόχων με την ύφεση και β) από την ικανότητα του ΠΘ και της Κυβέρνησης κατά πρώτον και δευτερευόντως των βουλευτών και των λοιπών στελεχών του ΠΑΣΟΚ να κινητοποιήσουν την κοινωνία προς μια κατεύθυνση ανατροπής κατεστημένων πρακτικών και νοοτροπιών που καθήλωναν τη χώρα και υπονόμευαν την προσπάθεια για υπερκέραση της κρίσης.

Καμία, όμως, από τις δύο προϋποθέσεις δεν εκπληρώθηκε σε μέτρο ικανό να αποτρέψει την εκλογική κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ.
Ο ΠΘ με έναν ευρύ ανασχηματισμό και με έντονο δίλημμα ξεπέρασε το κάβο των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών του Νοεμβρίου.Οι συνθήκες,όμως, που διαμορφώνονται στο οικονομικό πεδίο, το νομοσχέδιο για τα εργασιακά και η αδυναμία της κυβέρνησης να δείξει ότι υπάρχει φως στο τούνελ επιταχύνει την αποδόμηση της εικόνας του ΠΑΣΟΚ όπου μέσα σε ένα εξάμηνο από τη ψήφιση του Μνημονίου  φαίνεται να έχει χάσει  απωλέσει τουλάχιστον το 25% της εκλογικής του επιρροής, σύμφωνα με τις έρευνες κοινής γνώμης της περιόδου εκείνης.
Παράλληλα συνθήκες πολιτικής ανομίας διαμορφώνονται με αφορμή τα γεγονότα στην Κερατέα και την Υπατία, και αργότερα στα πανεπιστήμια, τα οποία η κυβέρνηση επιλέγει να διαχειριστεί με εξαντλητικό διάλογο μέχρι να ατονήσουν  και αφού βέβαια αυτά έβρισκαν πολιτική και θεσμική νομιμοποίηση από κόμματα που εκπροσωπούνταν στο κοινοβούλιο αλλά και κοινωνική νομιμοποίηση μέσα από πρωτοβουλίες της κοινωνίας των πολιτών.
Κυριαρχεί και εμπεδώνεται ένα αίσθημα ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να διαχειριστεί μικρές κρίσεις και αμφισβητείται η ικανότητά της να διαχειριστεί και τη μεγάλη, κυρίως οικονομική, κρίση.  Παρόλα αυτά διατηρεί την πρώτη θέση και τη διαφορά της από τηΝΔ.

Η ύφεση αυξάνει,όμως, με ρυθμούς μεγαλύτερους από τους προβλεπόμενους. Οι συνθήκες στην πραγματική οικονομία επιδεινώνονται. Η σύνοδος κορυφής της Ε.Ε. αποφασίζει για επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του δανείου και μείωση επιτοκίου . Παρά τη νέα αυτή συμφωνία και ένα χρόνο περίπου  μετά τη ψήφιση του Μνημονίου το ΠΑΣΟΚ έχει απολέσει περίπου το 40% της εκλογικής του επιρροής.
Οι τριμηνιαίες εκθέσεις της Τρόικα αποκαλύπτουν το μέγεθος της αδυναμίας της  πολιτικής ηγεσίας και της κρατικής μηχανής να προωθήσουν  μεταρρυθμιστικές πολιτικές. Το ολοκληρωμένο σχέδιο για την αναδιάρθρωση του δημοσίου τομέα καρκινοβατούσε. Η μελέτη δεν εκπονήθηκε ποτέ παρά μόνο πολύ πρόσφατα. Οι αποφάσεις-εισηγήσεις των πολιτικών προϊσταμένων των Υπουργείων καθυστερούσαν προκλητικά ή δεν έφταναν ποτέ. Η υστερόβουλη αυτή αδράνεια εκκινούσε από την απροθυμία ενός ολόκληρου πολιτικού συστήματος να διαταράξει τους δεσμούς τους με τους μέχρι τότε πελάτες του. Σημαντικές πολιτικές έμειναν πίσω. Ο συντονισμός της κυβέρνησης είχε σοβαρές αδυναμίες και πλέον η κυβέρνηση είχε καταφέρει  να χάσει την υποστήριξη  εκείνων που ματαιώθηκαν οι προσδοκίες τους που είχαν καλλιεργηθεί την προεκλογική περίοδο,  εκείνων που επλήγησαν άμεσα από τα μέτρα  και κυρίως εκείνων που έδειξαν ανοχή για ένα μεγάλο διάστημα στην κυβέρνηση και μπορούσαν να λειτουργήσουν υποστηρικτικά αν υπήρχε ένας μεταρρυθμιστικός αέρας, που θα μπορούσε να δώσει ρεαλιστική διέξοδο από την κρίση και την προσδοκία μιας καλύτερης ζωής έστω και με προσωρινές θυσίες και κόπους. Οι έρευνες κοινής γνώμης της περιόδου εκείνης είναι διαφωτιστικές.
Τα μηνύματα που έστελνε η κυβέρνηση στο σύνολό της ήταν αντιφατικά. Ο βολονταρισμός νοθευόταν από μια διαρκή ενοχή. Και η όποια μεταρρυθμιστική πρωτοβουλία βαπτιζόταν εξωχώρια πίεση.Η κυβέρνηση δεν μπορούσε να επιλέξει και φαινόταν να λειτουργεί χωρίς πυξίδα. Το δίλημμα Μνημόνιο ή χρεωκοπία δεν μπορούσε να αντικατασταθεί από ένα νέο συλλογικό όραμα για τη χώρα. Το Εθνικό Σχέδιο Ανασυγκρότησης που παρουσιάστηκε ένα χρόνο μετά τη ψήφιση του Μνημονίου χάθηκε κάτω από την αποτυχία πολιτικής, οικονομικής και επικοινωνιακής διαχείρισης του Μνημονίου.

Στις 25 Μαΐου 2011 πραγματοποιείται η  πρώτη συγκέντρωση των «αγανακτισμένων» στην Ελλάδα και στη Βουλή αρχίζει τον Ιούνιο η συζήτηση για το μεσοπρόθεσμο. Ο ΠΘ σε τηλεφωνική συνομιλία με Σαμαρά διερευνά τις δυνατότητες μιας κυβέρνησης συνεργασίας .Η προσπάθεια συνεννόησης ναυαγεί. - Υποβάλλουν την παραίτησή τους από το βουλευτικό αξίωμα οι Έκτορας Νασιώκας και Γιώργος Φλωρίδης ενώ και άλλοι βουλευτές εμφανίζονται πρόθυμοι να παραιτηθούν ή να ανεξαρτητοποιηθούν, κάποιοι επιδιώκοντας να πάρουν ρεβάνς από την εσωκομματική αναμέτρηση του 2007. Τελικά τα κορυφαία στελέχη στοιχίζονται πίσω από τον  ΠΘ και στις  17 Ιουνίου 2011  ανακοινώνεται τελικά ο ανασχηματισμός και Νέος Υπουργός Οικονομικών αναλαμβάνει ο Ευάγγελος Βενιζέλος.
Το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα ψηφίζεται  και διαγράφεται από την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ ο Παναγιώτης Κουρουμπλής  και το ΠΑΣΟΚ έχει πλέον ισχνή πλειοψηφία 153 βουλευτών. Το πασοκ πλεόν είναι δεύτερο κόμμα στις μετρήσεις  και η φθορά του αυξάνει με γεωμετρική πρόοδο.
Τα γεγονότα Μαίου-Ιουνίου ήταν σημείο καμπής για το ΠΑΣΟΚ και αποτυπώνεται και στις μετρήσεις. Οι επιλογές όλων των παικτών ήταν ορθολογικές την περίοδο εκείνη αλλά το σημείο ισορροπίας ήταν αρνητικό για το ΠΑΣΟΚ.
ΓΑΠ: Άσκησε πίεση προς τους βουλευτές να υπερψηφίσουν τα μέτρα γιατί σε άλλη περίπτωση η χώρα θα χρεωκοπούσε. Η επιλογή αυτή εξασφάλιζε συνέχιση της θητείας της Κυβέρνησης και της χρηματοδότησης της χώρας.  Ο ανασχηματισμός ήταν αναγκαστική επιλογή και λειτούργησε προσωρινά εκτονωτικά  δίνοντας μικρή πολιτική ανάσα μέσα στο καλοκαίρι. Όμως η εικόνα του ΠΘ αποδυναμώθηκε πλήρως. Οι συνθήκες κοινωνικής έντασης που διαμορφώθηκαν και οι πληροφορίες για παραίτησή του προκειμένου να σχηματισθεί κυβέρνηση συνεργασίας, οδήγησαν στη δημοσκοπική του κατάρρευση και στην εμπέδωση της πεποίθησης ότι δεν θα καταφέρει να διαχειριστεί την κρίση και να εξασφαλίσει την έξοδο της χώρας από αυτή. Επιπροσθέτως, οι οργανωμένες επιθέσεις βουλευτών έδιναν την εικόνα μιας ανεξέλεγκτης ΚΟ , που δεν περιβάλλει με εμπιστοσύνη τον ΠΘ, ανίκανης να συνταχθεί συνειδητά σε μια κοινή προσπάθεια και με έντονες προσωποκεντρικές στρατηγικές.

Βουλευτές: Αναγκασμένοι να ψηφίσουν αλλά με διαφωνίες προκειμένου να πιέσουν προς βελτίωση της απόδοσης του κόμματος. Κατάρρευση της κυβέρνησης θα σήμαινε κατάρρευση της χώρας και βαρύ φορτίο για τους ίδιους. Η διαφωνία τους και όχι η αποχώρηση  εξασφάλιζε παράταση βίου για όλους. Όμως, οι βουλευτές έγιναν δέκτες ακόμα μεγαλύτερης πίεσης. Κι αυτό γιατί η διαφωνία τους δεν μεταφραζόταν σε αποχώρηση, όπως κάποιοι επεδίωκαν ενώ οι κομματικοί διαμεσολαβητές-παράγοντες δεν επεδείκνυαν την ίδια αφοσίωση, όπως παλιότερα.

Οι 2 Βουλευτές που διαφώνησαν και αποχώρησαν εκείνες τις ημέρες: Ζητούσαν επιτάχυνση μεταρρυθμίσεων. Η αδυναμία της κυβέρνησης τους οδήγησε στην επιλογή της αποχώρησης χωρίς να διαταράσσονται αριθμητικές ισορροπίες. Ήταν  η επίρρωση της απώλειας της μεταρρυθμιστικής κοινωνικής αναφοράς του ΠΑΣΟΚ αφού και οι δύο  είχαν τουλάχιστον αυτό τον χαρακτήρα. Όμως, η αποχώρησή τους αποδυνάμωσε το ρεύμα αυτό εντός της κυβέρνησης και του ΠΑΣΟΚ  .
Τη μέγιστη απόδοση από την ορθολογική τους επιλογή είχαν όσοι βουλευτές διαφώνησαν με το Μνημόνιο και αποχώρησαν ( είτε αναγκαστικώς είτε οικεία βουλήση) αφού μια νέα αγορά είχε δημιουργηθεί λόγω των τεκτονικών κοινωνικοπολιτικών αλλαγών.

Τον Ιουλίου 2011
η σύνοδος κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης καταλήγει σε συμφωνία νέας δανειοδότησης της Ελλάδας και τα δημοσκοπικά νούμερα του ΠΑΣΟΚ γνωρίζουν πολύ μικρή ανάκαμψη. Κατρακυλάνε, όμως, σε μονοψήφια ποσοστά μετά την ανακοίνωση συμπληρωματικών μέτρων τον Σεπτέμβριο.

 Στις 11 Οκτωβρίου 2011  διαγράφεται από την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ η Λούκα Κατσέλη, η οποία και καταψηφίζει τις αλλαγές στα εργασιακά.  Ένταση στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ που αρκετοί βουλευτές ζητάνε πολιτικές πρωτοβουλίες από ΓΑΠ και πιέζουν αφόρητα προς την κατεύθυνση αυτή.Στις 27 Οκτωβρίου 2011 Η Σύνοδος Κορυφής της Ε.Ε. αποφασίζει για «κούρεμα» του ελληνικού χρέους κατά 50%. Στις 28/10 ματαιώνεται η παρέλαση στη Θεσσαλονική και αλλού λόγω οργανωμένων αντιδράσεων πολιτών που πρόσκειται κυρίως στην αριστερά και στα πολιτικά άκρα ευρύτερα.  Η κυβέρνηση και ο ΠΘ δείχνουν αδύναμοι να διαχειριστούν την κατάσταση.
31 Οκτωβρίου 2011 Ο Πρωθυπουργός ανακοινώνει την απόφασή του για διεξαγωγή δημοψηφίσματος με θέμα τη νέα δανειακή σύμβαση, η οποία και ανακαλείται ύστερα από συνομιλίες του ΠΘ στις Κάννες με Μερκελ-Σακροζύ με τα γνωστά μετά αποτελέσματα σε όλους.
Συμπερασματικά, η διαχείριση της κρίσης ήταν εκλογικά καταστροφική για το ΠΑΣΟΚ κι αυτό γιατί:

1.     Απέτυχαν και τα δύο πρόσωπα του ΠΑΣΟΚ. Αυτό που ήταν συνδεδεμένο με τις κοινωνικές κατακτήσεις, τις δημοσιονομικά επεκτατικές πολιτικές που γεννούσαν ελλείμματα και με τις λαικίστικες πρακτικές αφού οι συνθήκες πλέον δεν το επέτρεπαν. Και αυτό που ήταν συνδεδεμένο με την ανάγκη μεταρρυθμίσεων και εκσυγχρονισμού, αφού, ακόμα και αν τα πρόσωπα ήταν διαφορετικά, η αδυναμία της κυβέρνησης να προωθήσει και να υλοποιήσει ένα εθνικό σχέδιο μεταρρυθμίσεων , καταβαράθρωσε τις όποιες αντίστοιχες δυνάμεις υπήρχαν εντός ΠΑΣΟΚ και εμπέδωσαν την πεποίθηση ότι το ΠΑΣΟΚ δεν είχε επαρκείς και ικανές δυνάμεις να φέρει εις πέρας ένα τέτοιο σχέδιο, πολλώ δε μάλλον όταν τα περισσότερα πρόσωπα που συνδέθηκαν με μεταρρρυθμίσεις στη χώρα είχαν αποκοπεί από τον κεντρικό κορμό και της κυβέρνησης και του κόμματος.

2.     Δεν υπήρχε             μια ικανή και αποφασιστική ηγετική ομάδα. Η μεγάλη διάψευση των οικονομικών προβλέψεων δεν συνιστούσε απλώς αποτυχία της τρόικας. Ηταν αποτυχία της ελληνικής κυβέρνησης. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ δεν διαπραγματεύτηκε με τεχνοκρατική επάρκεια και ισχυρή πολιτική βούληση, την πολιτική που ακολουθήθηκε, κι αυτό γιατί η πλειονότητα της συλλογικής ηγεσίας δεν ήθελε να συγκρουστεί ολοκληρωτικά με ό,τι τόσα χρόνια εξέθρεφε.

3.     Οι συμμαχίες του ΠΑΣΟΚ κατέρρευσαν. Η μεσαία τάξη, μισθωτοί ,ελεύθεροι επαγγελματίες , επαγγελματοβιοτέχνες, είδαν να πλήττονται κάθε μέρα και περισσότερο και παράλληλα να μην προχωρούν με εντατικούς ρυθμούς οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες.


4.     Η πολιτική ελίτ της χώρας στο σύνολό της  είχε πλήρως απαξιωθεί εξαιτίας της  απόδοσής της  κατά τα τελευταία χρόνια και ήταν πολύ δύσκολο για το ΠΑΣΟΚ και την κυβέρνηση να επανεδραιώσουν εμπιστοσύνη στους πολιτικούς θεσμούς. Αν συνδυαστεί αυτό με την ανάδυση του κινήματος πολιτικής ανυπακοής ως αποτέλεσμα κυρίως αλλά όχι μόνο των δυσβάσταχτων μέτρων θεμελιώνεται ένας επαρκής συμπληρωματικός λόγος κατάρρευσης του ΠΑΣΟΚ.

5.     Παράλληλα η απουσία οποιασδήποτε συζήτησης για το μέλλον της ελληνικής κοινωνίας και μιας ιδεολογικής αντιπαράθεσης αντανακλά μια αποπολιτικοποίηση , η οποία σε συνδυασμό με την οικονομική και κοινωνική κρίση προσέφερε ευεπίφορο έδαφος για την ανάπτυξη ισοπεδωτικών απολίτικων αντιλήψεων που οδηγούν σε μια απονομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος επομένως και σε αυτή των βασικών παικτών του συστήματος, και κυρίως ΠΑΣΟΚ. Τα άκρα ενισχύθηκαν πολλώ δε μάλλον όταν αυτά απέκτησαν πολιτική, κοινοβουλευτική ακόμα και ακαδημαική κάλυψη.


Στους παραπάνω παράγοντες που λειτούργησαν σωρευτικά στην εκλογική κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ έρχεται να προστεθεί και η κατάρρευση της εικόνας του ΠΘ και προέδρου του ΠΑΣΟΚ.
Η   απο-ευθυγράμμιση των εκλογικών προτιμήσεων, η αποδυνάμωση της ταξικής ψήφου, η  τηλεοπτικοποίηση της πολιτικής ζωής και η διάδοση των νέων τεχνολογιών ενημέρωσης, έχουν μετατοπίσει το επίκεντρο του ενδιαφέροντος από την πολιτική ατζέντα και την ιδεολογία κάθε κόμματος, στο πρόσωπο του ηγέτη. Η σταδιακή μετατροπή των πάλαι ποτέ μαζικών κομμάτων σε σύγχρονα πανσυλλεκτικά ή επαγγελματικά-εκλογικά κόμματα συνδυάστηκε με την ενίσχυση της θέσης της κομματικής ηγεσίας έναντι της βάσης αλλά και έναντι της ανταγωνιστικής κομματικής ελίτ μέσα και από τις διαδικασίες ανάδειξης του ηγέτη του κόμματος. Η μετεξέλιξη αυτή επιβεβαιώθηκε  από οργανωτικές αλλαγές στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ , οι οποίες αποτυπώνονται κυρίως στην εξελικτικότητα της σταδιακά αδιαμεσολάβητης σχέσης προέδρου και μελών αλλά και στην κορύφωση δημοκρατικών διαδικασιών που λείαναν το έδαφος για αλλαγές.
Πλέον το πρόσωπο του προέδρου ήταν ταυτισμένο με το κόμμα. Ειδικά όταν το ΠΑΣΟΚ,  βρέθηκε στην εξουσί 2009 , ατόνησαν οι εσωκομματικές του λειτουργίες και τα όργανα ήταν ουσιαστικά ανύπαρακτα.   
Η εικόνα του ΠΘ ακολουθούσε τη δημοσκοπική υποχώρηση του ΠΑΣΟΚ αλλά ήταν πάντα σε καλύτερη κατάσταση. Η κατάρρευση ξεκίνησε με τα κομβικά γεγονότα του Μαίου Ιουνιου 2011 ενώ με την πρόταση για το δημοψήφισμα κα την εσπευσμένη ανάκλησή της μετά την επίσκεψη στις Καννες ή εικόνα του καλού διαπραγματευτή και του εκπροσώπου της χώρας στο εξωτερικό εξαφανίστηκε. Το κύρος του ΠΘ τρώθηκε ανεπανόρθωτα και ήρθε να συμπληρώσει την κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ.



Γ. Από Νοέμβριο 2011- Εκλογές 6ης Μαίου.

Την εκλογική κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ όπου οι δημοσκοπήσεις του Νοεμβρίου το παρουσίαζουν πέριξ της περιοχής του 10% ενίσχυσε και η εικόνα του ΠΑΣΟΚ από την ημέρα της παραίτησης του ΠΘ.
Οι συζητήσεις για το πρόσωπο του ΠΘ κοινής αποδοχής που δεν απέδιδαν , Η καθυστέρηση στην αλλαγή ηγεσίας , Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας η προσωποκεντρική προεκλογική στρατηγική και η απουσία ομάδας έδωσαν το οριστικό τέλος, Η συμμετοχή των Υπουργών του ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση
Εν κατακλείδι,
Η πολιτική του ΠΑΣΟΚ δεν ανταποκρίθηκε ούτε στις ανάγκες της χώρας, ούτε στα συμφέροντα των στρωμάτων που αποτέλεσαν την παραδοσιακή του βάση  με αποτέλεσμα να έχουμε  μια πολιτική τάξη και μια κοινωνία που παραπαίει περισσότερο πλέον αποθαρρημένη παρά οργισμένη.
Για τους παραπάνω λόγους θεωρώ ότι η κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ έχει μόνιμα χαρακτηριστικά και αποτελεί απερχόμενη δυναμη.
ΣΕΝΑΡΙΑ
Η Κεντροαριστερά, με βασικό εκφραστή το ΠΑΣΟΚ,  αποτέλεσε τα τελευταία είκοσι χρόνια το βασικό φορέα πολιτικών για την Αυτονομία, αλληλεγγύη, κοινωνική δικαιοσύνη και δημοκρατία, ισότητα όχι μόνο στο εσωτερικό των κρατών, αλλά και μεταξύ των κρατών όλου του κόσμου. Είναι ο πολιτικός χώρος που προσδοκούσε να  κάνει την Ευρωπαϊκή Ένωση «μεγαλύτερη, καλύτερη, ισχυρότερη»
  • Μεγαλύτερη διευρύνοντάς την,
  • Καλύτερη φέρνοντάς την πιο κοντά στον απλό πολίτη,
  • Ισχυρότερη ενδυναμώνοντας τον παγκόσμιο ρόλο της.
Ο πολιτικός αυτός χώρος είναι πολύ πιθανόν να συνεχίσει να υπάρχει, παρά την εκλογική κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ. Άλλωστε οι ιδέες δεν παύουν να υπάρχουν. Το περιθώριο όμως για την ανάπτυξη και την ηγεμονία αυτών των ιδεών είναι άγνωστο ποιο θα είναι.   Συζήτηση, επομένως,  για τον  μετεκλογικό  ρόλο και κυρίως ως προς την ανασύνθεση της Κεντροαριστεράς μπορεί να μόνο να αναλυθεί εφόσον υπάρξουν στη χώρα συνθήκες σταθερότητας και ομαλότητας.
 Συνθήκες οι οποίες είναι αρκετά πιθανό να μην υπάρχουν αν η χώρα προβεί στη μονομερή αθέτηση των διεθνών της υποχρεώσεων και βρεθεί εκτός ευρωζώνης και ευρώ. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο δεν μπορεί να φτάσει σήμερα η επιστημονική ανάλυση  γιατί οι συνέπειες μιας τέτοιας εξέλιξης ίσως να υπερβαίνει την ανάλυση κάποιων αναδιατάξεων στον πολιτικό χώρο και να αφορούν περισσότερο ζητήματα εξασφάλισης και προστασίας της δημοκρατίας.
Σε κάθε περίπτωση και μετά την απρόσμενη, για μερικούς, άνοδο και δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ το ΠΑΣΟΚ είναι πολύ πιθανό να συμπιεστεί ακόμα περισσότερο σε αυτές τις εκλογές αφού το δίλημμα πλέον ευρώ η δραχμή είναι ισχυρό
Σε περίπτωση όμως που υπάρξει κυβέρνηση μετά τις εκλογές και αναλάβουν τη διακυβέρνηση της χώρας δυνάμεις που διεκδικούν, όπως ισχυρίζονται,  μια αντιυφεσιακή αναπτυξιακή πολιτική εντός του ευρώ παίζοντας με τους ευρωπαϊκούς κανόνες και επομένως χτίζοντας συμμαχίες σε μια φάση ευνοϊκού για την Ελλάδα αναστοχασμού της ευρωπαϊκής πολιτικής, τότε ο  μετεκλογικός ρόλος του ΠΑΣΟΚ μπορεί να εξεταστεί με τα παρακάτω σενάρια.
Αν η συμμετοχή του ΠΑΣΟΚ είναι απαραίτητη για το σχηματισμό Κυβέρνησης το ΠΑΣΟΚ είναι προφανές ότι θα παρέχει την κοινοβουλευτική του στήριξη. Τα περιθώρια αντιπολίτευσης θα είναι περιορισμένα αφού η κυβερνητική του θητεία θα είναι για μεγάλο χρονικό διάστημα διαρκώς παρούσα, πολλώ δε μάλλον αν ο ηγετικός πυρήνας παραμείνει ίδιος η υπόμνηση θα είναι διαρκής.
 Σε περίπτωση μάλιστα που επιλέξει ένα ριζοσπαστικό λόγο, είναι πολύ πιθανό να οδηγηθεί στην απόλυτη κοινωνικοπολιτική,εκλογική και ίσως οργανωτική  απορρόφηση από το ΣΥΡΙΖΑ, ειδικά αν οι εκλογικές αναμετρήσεις είναι τακτές, πολύ δε περισσότερο αν η κυβέρνηση με νεοδημοκρατικό κυρίως κορμό δεν καταφέρει να ολοκληρώσει με επιτυχία τη θητεία της και η κοινωνική δυσαρέσκεια γιγαντώσει. Σε μια τέτοια εξέλιξη και εφόσον προχωρήσει ο πρόεδρός του στην εκπεφρασμένη βούλησή του για ανανέωση της ηγετικής ομάδας, είναι πολύ πιθανό η έντονη αυτή ριζοσπαστικοποίηση του ΠΑΣΟΚ να αποτελέσει αφορμή  για αποχώρηση ηγετικών στελεχών που θα αναζητήσουν νέα στεγή με πιθανότερη εκδοχή τη δημιουργία νέου φορέα με σοσιαλδημοκρατικά κεντροαριστερά χαρακτηριστικα.
Στην περίπτωση που δεν είναι απαραίτητη η συμμετοχή του ΠΑΣΟΚ στη νέα κυβέρνηση θα χρειαστεί να αποκρούσει αποτελεσματικά την επέλαση του ΣΥΡΙΖΑ που κινείται πλέον στη γραμμή της δημιουργίας και κατάληψης ενός νέου Κέντρου και κεντροαριστερού χώρου, τον οποίο αντιπαραθέτει με το «ακραίο» κέντρο, όπως αυτό έχει χαρακτηρισθεί.
Σε κάθε περίπτωση για να έχει πιθανότητες επιτυχίας ένας νέος φορέας της Κεντροαριστεράς θα πρέπει να ολοκληρωθεί ,σε χρόνο που δεν μπορεί να προβλεφθεί, η αποδόμηση και της νεοδημοκρατικής διακυβέρνησης που αυτή τη στιγμή δίνει εν συνόλω την εκλογική μάχη. Μόνο μια αποτυχία και του έτερου πόλου του δικομματικού συστήματος θα δημιουργήσει τις οργανωτικές και πολιτικές προϋποθέσεις για την ανάδυση μιας νέας κυρίαρχης πολιτικής δύναμης που θα έχει τις ρίζες της κυρίως στον ευρωπαικό δημοκρατικό σοσιαλισμό. Αν οι συνθήκες είναι τέτοιες που θα ενισχύσουν ακόμα περισσότερο τα άκρα τότε ο χώρος του κέντρου θα γνωρίσει σημαντικές αλλαγές και μεταλλάξεις.
  Οι εξελίξεις είναι δυναμικές. Ίσως χρόνος να υπάρξει για τέτοιες πολιτικές μεταβολές. Ελπίζω και για τη χώρα.