Παρασκευή 3 Απριλίου 2009

Ποιος ασχολείται με τις Ευρωεκλογές;...

Σε δύο περίπου μήνες θα διεξαχθούν οι εκλογές για την ανάδειξη των αντιπροσώπων μας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Τα πολιτικά διακυβεύματα αυτών των εκλογών έχουν ήδη τεθεί:

α) Σε επίπεδο συσχετισμών, το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα επιδιώκει να ανακτήσει ύστερα από αρκετά χρόνια την πλειοψηφία των εδρών. Η πιθανή αποχώρηση του Συντηρητικού Κόμματος της Αγγλίας από το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα αυξάνει τις πιθανότητες επιτυχίας του PES να εκλέξει και πρόεδρο του Κοινοβουλίου προερχόμενο από τις τάξεις του.

β) Σε επίπεδο πολιτικών, η οικονομική κρίση που μαστίζει την Ευρώπη έχει φέρει στο προσκήνιο προβληματισμούς που θέτουν στον πυρήνα του δημοσίου διαλόγου θέματα και προτάσεις που αναδεικνύουν την αναγκαιότητα της χάραξης και άσκησης μιας υπερεθνικής οικονομικής διακυβέρνησης με παράλληλη ενίσχυση των ομοσπονδιακών πολιτικών δομών της ΕΕ.
Η συζήτηση που ξεκίνησε για την προοπτική έκδοσης του ευρω-ομολόγου, μπορεί να βρίσκει εμπόδια ακόμα και στο πρόσωπο του ίδιου του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αλλά αρκετές Διευθύνσεις της Commission καθώς και ευρωπαϊστές πολιτικοί δεν χάνουν την ευκαιρία να κρατούν το θέμα στην επικαιρότητα γνωρίζοντας ότι μια τέτοια εξέλιξη θα άλλαζε ριζικά τον πολιτικό χάρτη της Ευρώπης και θα επηρέαζε καταλυτικά το μέλλον της Ένωσης. Κι αυτό γιατί η έκδοση ενός ευρω-ομολόγου θα σήμαινε κεντρική-ευρωπαϊκή διαχείριση του δημοσίου χρέους των χωρών της Ευρω-ζώνης, δηλαδή ανάληψη των βασικών οικονομικών επιλογών των χωρών-μελών από μια κεντρική ευρωπαϊκή αρχή. Ο καθείς μπορεί να καταλάβει το μέγεθος των πολιτικών αλλαγών που θα επέφερε μια τέτοια προοπτική.

Και φυσικά, ως απότοκο και πάλι της κρίσης, όλο το πλέγμα των οικονομικών πολιτικών επαναπροσδιορίζεται χωρίς αυτομάτως ,όμως, αυτό να σημαίνει και αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας ελαφρά τη καρδία, ειδικά για την περίπτωση της Ελλάδας που βρίσκεται στα όρια της χρεωκοπίας και η δημοσιονομική πειθαρχία είναι εκ των ών ουκ άνευ προκειμένου και να καταστούμε πάλι αξιόπιστοι και φερέγγυοι στην ΕΕ και στις διεθνείς αγορές και να αντιμετωπίσουμε το ζήτημα της αναχρηματοδότησης του χρέους.

Παράλληλα, εκκρεμούν τα ζητήματα της Συνθήκης της Λισσαβόνας, του αιτήματος όσων χωρών βρίσκονται εκτός ΟΝΕ να επιταχυνθεί η διαδικασία εισόδου τους υπό τον κίνδυνο κατάρρευσης, του νέου ρόλου του κράτους, της συμμετοχής της κοινωνίας των πολιτών στη συζήτηση για το μέλλον της Ευρώπης,της κοινωνικής βίας, των υπό διαμόρφωση νέων εργασιακών σχέσεων, της ενεργειακής πολιτικής της ΕΕ, των σχέσεων με τη Ρωσία μετά και τα γεγονότα της Οσετίας και πολλά άλλα, τα οποία ήδη αποτελούν αντικείμενο συζήτησης στις περισσότερες χώρες τουλάχιστον της Ευρωζώνης.

Και στην Ελλάδα; Κανένας σοβαρός δημόσιος διάλογος. Το φαινόμενο δεν είναι άγνωστο. Ποιος άλλωστε συζητάει σοβαρά για την οικονομική κρίση, για την ανάπτυξη και την παραγωγή στη χώρα μας, για το εξωτερικό χρέος, για τα ημίμετρα στο ασφαλιστικό, για τους μετανάστες και την εργασία, για την εξωτερική μας πολιτική, για τη θέση μας στην Ευρώπη και για το όραμά μας για την ΕΕ;

Η συζήτηση έχει μέχρι τώρα περιοριστεί στην κούραση του πρωθυπουργού, στις δελφινομαχίες επιγόνων, στο δήθεν δημοψηφισματικό χαρακτήρα των εκλογών, στο ποιοι θα συμμετέχουν στα ψηφοδέλτια,ποιοι θα ηγούνται αυτών και ποιες σκοπιμότητες θα εξυπηρετηθούν. Λίγοι είναι εκείνοι που θέτουν στη δημόσια σφαίρα με τις παρεμβάσεις τους και έναν υπερεθνικό προβληματισμό. Καμία , όμως, οργανωμένη και ουσιαστική συζήτηση για την Ευρώπη μας. Μόνο μυωπικές πολιτικές στρατηγικές με εθνικά κριτήρια. Κρίμα.