Τετάρτη 22 Ιουλίου 2009

Η ένταξη των μεταναστών στην πολιτική διαδικασία

Αναδημοσίευση από το περιοδικό '' Μεταρρύθμιση''

Η ένταξη των μεταναστών στην πολιτική διαδικασία



Οι κοινωνικές και οικονομικές διαστάσεις του μεταναστευτικού ζητήματος αποτελούν συχνά αντικείμενο επιστημονικής μελέτης και δημόσιου διαλόγου. Λίγη προσοχή , όμως , έχει δοθεί στο αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες που ζουν και εργάζονται στη χώρα μας είναι αποκλεισμένοι από οιαδήποτε πολιτική διαδικασία και βρίσκονται στο παρασκήνιο της πολιτικής σε αντίθεση με τους αυτόχθονες. Για τις ανάγκες αυτού του σύντομου κειμένου, με τον όρο « πολιτική διαδικασία» προσδιορίζουμε αποκλειστικά την πρόσβαση των μεταναστών στις αυτοδιοικητικές ή εθνικές εκλογές και όχι την συμμετοχή τους σε κινήσεις πολιτών, ενώσεις, κ.ο.κ. Σκοπός αυτού του άρθρου είναι να αναδείξει τρόπους μέσα από τους οποίους το 10% πλέον του πληθυσμού της χώρας θα μπορεί να έχει λόγο στα δημόσια πράγματα και να περιγράψει τις συνέπειες στο πολιτικό μας σύστημα από μια πιθανή αλλαγή της σύνθεσης του εκλογικού σώματος.


Η φιλοσοφική, επιστημονική, ηθική και πολιτική θεμελίωση της άποψης που ενθαρρύνει την παροχή δικαιώματος ψήφου στους μετανάστες, αν και πλούσια ( territorial inclusion, quod omnes tangit ab omnibus approbetur, stakeholder citizenship, Διακήρυξη Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το αρ.19 της Συνθήκης του Άμστερνταμ, όπως και ο John Stuart Mill στο ‘’Considerations of Representative Government’’) δεν μπορεί να παρουσιαστεί αναλυτικά στο παρόν, όπως και η αντίστοιχα πλούσια αντίθετη επιχειρηματολογία ( Rawls J. στο ‘’Political Liberalism’’, ρεπουμπλικανικές θεωρίες, θεωρία της σύγκρουσης της πίστης και του εξωτερικού συμφέροντος κοκ). Σε κάθε περίπτωση μπορούμε , αντλώντας στοιχεία από εγχώριους και διεθνείς οργανισμούς καθώς και από μια συγκριτική μελέτη της κατάστασης σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, να εξάγουμε τα παρακάτω συμπεράσματα που προσδιορίζουν τη φύση και τη σημασία του υπό εξέταση ζητήματος:

Α) Πλην ελαχίστων εξαιρέσεων σε παγκόσμιο επίπεδο και υπό ορισμένες προϋποθέσεις ( Χιλή, Νέα Ζηλανδία, Βενεζουέλα) αλλοεθνείς δεν έχουν δικαίωμα ψήφου σε εθνικές εκλογές παρά μόνο αν αποκτήσουν την ιθαγένεια ενώ σε τοπικές εκλογές είναι αρκετές οι χώρες και της ΕΕ ( 17 τον αριθμό) που αν πληρείται το κριτήριο της νόμιμης και συνεχούς παραμονής σε έναν συγκεκριμένο τόπο ( το χρονικό διάστημα διαφέρει από χώρα σε χώρα αλλά κυμαίνεται από 1-5 έτη) θα μπορεί ο αλλοεθνής-μετανάστης να λαμβάνει μέρος στις τοπικές εκλογές ( είναι ξεχωριστή η περίπτωση όσων κατοίκων είναι πολίτες χώρας μέλους της ΕΕ.).

Στην περίπτωση της Ελλάδας, ο μόνος τρόπος για να αποκτήσει κάποιος δικαίωμα ψήφου στις εθνικές εκλογές είναι η απόκτηση της ιθαγένειας. Κάτι τέτοιο, όμως , αποδεικνύεται αρκετά δύσκολο γιατί το ελληνικό κράτος ( συρόμενο από εθνικιστικές ιδεοληψίες του παρελθόντος) έχει φροντίσει να διατηρήσει το πιο σκληρό σύστημα χορήγησης υπηκοότητας. Ενδεικτικά αναφέρουμε τα παρακάτω :
1. Τα τελευταία 15 χρόνια έχουν αποκτήσει την ελληνική υπηκοότητα λιγότεροι από 20.000 μετανάστες πού πληρούσαν τα κριτήρια αν και οι αιτήσεις είναι δεκάδες χιλιάδες. Υπολογίζεται ότι 2/1000 μετανάστες έχουν αποκτήσει ιθαγένεια όταν το ποσοστό αυτό σε άλλες χώρες ξεκινάει από 12/1000 στη Γερμανία ( που έχει εξίσου αυστηρό πλαίσιο) και φθάνει μέχρι 98/1000 στην Ολλανδία. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η διαδικασία απόκτησης ιθαγένειας είναι αδιαφανής αφού είναι η μοναδική διαδικασία της Διοίκησης που δεν απαιτεί αιτιολογημένη απόφαση, δεν υπάρχουν standardized tests για την εξέταση του υποψηφίου αν πληροί το γλωσσικό και πολιτιστικό κριτήριο που επιβάλλει ο κώδικας ιθαγένειας, η προϋπόθεση της συνεχούς διαμονής είναι περιοριστική ( 10 έτη από τα τελευταία 12. όταν ακόμα και η Γερμανία το 2000 από 15 το μείωσε στα 8 και αμέσως η χορήγηση ιθαγενειών εκτινάχθηκε από τις 116.000 την περίοδο 1996-1999 στις 230.000 την περίοδο 2000-2003) ενώ και τα έξοδα είναι δυσβάσταχτα. Οι παραπάνω προφανείς αδυναμίες του συστήματος υπαγορεύουν κατά τη γνώμη μου το εύρος και την ποιότητα των αλλαγών που επιβάλλεται να γίνουν ως προς τη διαδικασία απόκτησης της ιθαγένειας. Υπολογίζεται ότι αν η προϋπόθεση της συνεχούς παραμονής μειωνόταν από 10 χρόνια στα 5 ( όπως είναι και ο ευρωπαϊκός μέσος όρος ) θα μπορούσαν αυτή τη στιγμή να λάβουν ,εφόσον το επιθυμούσαν και πληρούσαν και τα λοιπά κριτήρια, 500.000 περίπου μετανάστες την ελληνική ιθαγένεια ( 850.000 νόμιμοι μετανάστες Χ 80% ενήλικοιΧ 75% που διαμένουν τουλάχιστον 5 χρόνια στη χώρα) αντιπροσωπεύοντας μια αύξηση του εκλογικού σώματος της τάξεως του 5%.
2. Η Ελλάδα είναι από τις λίγες πλέον χώρες που έχει διατηρήσει το jus sanguinis στη νομοθεσία της και όχι το jus soli γεγονός που ελαττώνει τις πιθανότητες των μεταναστών να απολαύσουν τα πολιτικά δικαιώματα που αναλογούν σε κάθε άλλο πολίτη αυτής της χώρας.

Β. Αναφορικά με τη χορήγηση δικαιώματος ψήφου στους μετανάστες στις τοπικές εκλογές, διαπιστώνουμε ότι πλέον 17 από τις 27 χώρες της ΕΕ έχουν προχωρήσει σε σχετική ρύθμιση ενώ στην περίπτωση που στη χώρα μας υιοθετείτο η πρόταση του ΠΑΣΟΚ για διακίωμα ψήφου στους μετανάστες που διαμένουν νόμιμα στην Ελλάδα 5 χρόνια και στον ίδιο τόπο 3, περισσότεροι από 350.000 ενήλικοι μετανάστες ( αφού πολλοί αλλάζουν συχνά τόπο διαμονής ) θα είχαν δικαίωμα ψήφου στις επόμενες αυτοδιοικητικές εκλογές.

Μια πιθανή αλλαγή της σύνθεσης του εκλογικού σώματος θα είχε σοβαρές συνέπειες στο πολιτικό σύστημα και πολλές θεωρίες, από τη βάση των οποίων εκπορεύονται και σενάρια, αντιμετωπίζουν το ζήτημα. Οι πιθανότερες εκδοχές είναι οι ακόλουθες:

Α) Οι πυλώνες του κομματικού μας συστήματος δεν καταφέρνουν αν αφομοιώσουν πολιτικά το νέο εκλογικό σώμα και να ανταποκριθούν στις κοινωνικές και πολιτικές προσδοκίες-επιδιώξεις του με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν νέες κοινωνικά χάσματα που θα εκφραστούν με τη δημιουργία ενός η περισσοτέρων κομμάτων μεταναστών που είναι βέβαιο ότι κάποιο από αυτά θα έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά ( λαμβανομένου υπόψη ότι οι Αλβανοί στη χώρα μας απαρτίζουν το 65% του μεταναστευτικού πληθυσμού).

Β) Τα μεγάλα κόμματα, στη βάση της θεωρίας της Ορθολογικής Επιλογής, θα αντιληφθούν τη σημασία του νέου μεγέθους που θα προστεθεί στο εκλογικό σώμα και θα προσπαθήσουν να το εκφράσουν πολιτικά ανοίγοντας και τις εσωκομματικές διαδικασίες αλλά και προσπαθώντας να αλλάξουν το πλαίσιο του δημοσίου διαλόγου ( more inclusionary) για το θέμα της μετανάστευσης προκειμένου να έρθουν και τα δύο προς το πολιτικό ‘’Κέντρο’’ αφού η μειωμένη συμμετοχή των ελλήνων πολιτών στις εκλογές αλλά και οι δημογραφικές τάσεις θα προσδίδουν ακόμα μεγαλύτερη πολιτική και εκλογική σημασία στο νέο εκλογικό σώμα. Φυσικά μια τέτοια εξέλιξη θα ενίσχυε ακραίες εθνικιστικές φωνές αλλά το πλαίσιο του δημοσίου διαλόγου θα ήταν αυτό που θα καθόριζε την απήχηση αυτών των φωνών.

Τα ασφυκτικά πλαίσια μια αρθρογραφικής παρέμβασης δεν μας επιτρέπουν την ενδελεχή ανάλυση και παρουσίαση όλων των παραπάνω. Σημασία , όμως, έχει ότι δεν μπορούμε να παραγνωρίζουμε νέες πραγματικότητες και μελλοντικές προκλήσεις που έχουν δημιουργηθεί λόγω της παρουσίας των μεταναστών στη χώρα μας και να καταλαμβανόμαστε κάθε φορά εξαπίνης , όπως πρόσφατα με τα ζητήματα της λαθρομετανάστευσης, της ασφάλειας, της απασχόλησης και της κοινωνικής προστασίας που συνδέονται με την μετανάστευση και έστερξε να τα αναδείξει περισσότερο και να τα εκμεταλλευτεί η Ακροδεξιά στη χώρα μας και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Η δημοκρατική παράταξη πρέπει να αναδείξει και το ζήτημα της πολιτικής ένταξης των μεταναστών καταθέτοντας μια ρεαλιστική πρόταση για την απόκτηση της ιθαγένειας και της χορήγησης δικαιώματος ψήφου στους μετανάστες.

Ο Θανάσης Κοντογεώργης είναι δικηγόρος.