Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 2009

O νεος εκλογικός νόμος

Αναδημοσίευση από το περιοδικό Μεταρρύθμιση

Στις άμεσες προτεραιότητες της νέας κυβέρνησης, είναι η αλλαγή του εκλογικού νόμου, με την οποία ελπίζει να επιφέρει σημαντικές αλλαγές στο πολιτικό και κομματικό σύστημα. Επειδή η πρόταση είναι υπό επεξεργασία, μόνο κάποια σημεία αυτής έχουν δει το φως της δημοσιότητας, τα οποία -και περιληπτικά- προβλέπουν το σχηματισμό 160 ή 180 μονοεδρικών περιφερειών όπου θα εκλέγονται πιθανότατα με σταυρό οι υποψήφιοι- και το σπάσιμο της Α΄ και Β΄ Αθήνας. Οι υπόλοιποι βουλευτές θα εκλέγονται σε διευρυμένες περιφέρειες με λίστα, ενώ πιθανώς να υπάρχει πρόβλεψη για 5 βουλευτές που θα εκπροσωπούν τον απόδημο ελληνισμό. Συγκεκριμένα, η B΄ Aθηνών θα κατατμηθεί σε 25 - 27 περιφέρειες, πολλές από τις οποίες θα συμπέσουν με τα όρια σημερινών δήμων, ενώ αντίστοιχη ρύθμιση θα υπάρξει και για την A΄ Aθηνών, όπου αναμένεται να προκύψουν 9 - 10 νέες περιφέρειες, οι οποίες θα είναι ευρύτερες από τα σημερινά επτά δημοτικά διαμερίσματα. Το υπό μελέτη νέο εκλογικό σύστημα, θα προτάσσει την ανάγκη κυβερνητικής σταθερότητας.

Η αναλογικότητα θα διατηρηθεί στα σημερινά επίπεδα -της τάξης του 87%- δίνοντας τη δυνατότητα στο πρώτο κόμμα να παίρνει και το πριμ των 40 εδρών, μέσω των ευρέων περιφερειών. Για τα μικρότερα κόμματα, η εξασφάλιση εδρών βάσει του ποσοστού τους, θα επιτυγχάνεται κυρίως από τις ευρείες περιφέρειες με λίστα. Η συζήτηση για τον εκλογικό νόμο, πέραν των νομοτεχνικών λεπτομερειών, θα πρέπει να συμπεριλάβει ως κρίσιμες μεταβλητές το ζήτημα της ενδυνάμωσης της εσωκομματικής δημοκρατίας, καθώς και τη σχεδιαζόμενη διοικητική αναδιάρθρωση της χώρας, η οποία πρέπει να προηγηθεί της ψήφισης του νέου εκλογικού νόμου.



Βασικό πλεονέκτημα του υπό μελέτη νέου εκλογικού νόμου, είναι ότι απεγκλωβίζει τον υποψήφιο βουλευτή από το κυνήγι του σταυρού, απαλλάσσοντάς τον από ενδεχόμενες εξαρτήσεις ή συναλλαγές. Δημιουργεί ένα μίνιμουμ διαφάνειας των προεκλογικών εκστρατειών και μειώνει το κόστος κομμάτων και υποψήφιων βουλευτών για την εκλογή τους, ενώ θα αυξάνει και τις πιθανότητες να εκλέγονται στο Κοινοβούλιο άνθρωποι με κοινωνική καταξίωση και αυτόνομη πολιτική οντότητα. Οφείλουμε όμως να επισημάνουμε ότι με τις προτεινόμενες αλλαγές, καθίσταται πανίσχυρη η εκάστοτε κομματική ηγεσία, από την έγκριση της οποίας θα περνάνε οι λίστες. Οι βουλευτές, ουσιαστικά, θα διορίζονται από τον πρόεδρο του κόμματος αν η νομιμοποιητική ισχύς της αποφάσεως δεν περιορίζεται από θεσμικά και κομματικά κατοχυρωμένα, «ckecks and balances», όπως αυτά της καθιέρωσης προκριματικών εκλογών και της ανοιχτής συμμετοχής μελών στη διαδικασία αυτής, επικουρικά της δημόσιας διαβούλευσης για τα χαρακτηριστικά του υποψηφίου του κόμματος στη μονοεδρική περιφέρεια, καθώς και της λειτουργίας των ενδιάμεσων οργάνων του κόμματος στη διαδικασία λήψης αποφάσεων.



Στα παραπάνω πρέπει να προσθέσουμε ότι καθοριστική για την επιτυχία του νέου εκλογικού νόμου θα είναι η πρόβλεψη ή μη για σταυροδότηση των υποψηφίων στις μονοεδρικές. Μια τέτοια εξέλιξη, θα νοθεύσει τον χαρακτήρα του νέου νόμου, αφού θα μετακινήσει το πολιτικό χρήμα σε τοπικό επίπεδο και θα οδηγήσει σε ανηλεή εσωκομματικό ανταγωνισμό, σε τοπικισμούς και νέες πολιτικές βαρονίες. Επομένως, στις μονοεδρικές περιφέρειες θα πρέπει να υπάρχει ένας υποψήφιος από κάθε κόμμα (και ένας αναπληρωματικός), χωρίς να απαιτείται σταυρός για την εκλογή του.

Ό έλεγχος της εσωκομματικής δημοκρατίας πρέπει να είναι εντατικός και αποτελεσματικός, με ταυτόχρονο επαναπροσδιορισμό των υποχρεώσεων και δικαιωμάτων των κομματικών μελών και φίλων, ειδικά στην περίπτωση της χώρας μας, όπου απουσιάζει και η κουλτούρα και η πρακτική της εσωκομματικής δημοκρατίας. Ειδάλλως, υπάρχει ο κίνδυνος να διολισθήσουμε σε πλήρη εξάρτηση των βουλευτών από την κομματική ηγεσία, με παράλληλη συρρίκνωση των περιθωρίων αμφισβήτησης αυτής. Δεδομένη θα πρέπει να θεωρείται η αντίδραση τοπικών φορέων, αφού η ανακατανομή των εδρών θα μειώσει αισθητά του βουλευτές κάποιων νομών ( π.χ. η Αχαϊα, θα «χάσει», βάσει του πληθυσμού της, 3 έδρες), όπως και η αντίδραση μικρότερων κομμάτων που δεν θα έχουν τη δυνατότητα εκλογής βουλευτών σε μονοεδρικές. Παράλληλα, με την εξέταση του νέου εκλογικού νόμου, προχωρεί και ο διάλογος για τη διοικητική αναδιάρθρωση της χώρας, ο Καποδίστριας ΙΙ. Με βάση τις σχετικές μελέτες της ΚΕΔΚΕ και του ΙΤΑ , οι αρμόδιες επιτροπές του υπουργείου Εσωτερικών προβλέπεται να καταλήξουν άμεσα στο νέο διοικητικό χάρτη, ο οποίος θα προβλέπει λιγότερους από 400 δήμους, αιρετό τρίτο βαθμό αυτοδιοίκησης, κοκ. Η χωροθέτηση προβλέπεται να γίνει με βάση αντικειμενικά κριτήρια: γεωγραφικά, δημογραφικά, αναπτυξιακά.



Ο νέος εκλογικός νόμος δεν μπορεί να προηγηθεί της διοικητικής μεταρρύθμισης. Κι αυτό, γιατί:

α) Η χάραξη των νέων μονοεδρικών περιφερειών, αποτελεί δέλεαρ για μικροκομματικές σκοπιμότητες, αφού τα πληθυσμιακά και εκλογικά στοιχεία, θα αποτελέσουν αντικείμενο συστηματικής επεξεργασίας προκειμένου να ενισχύσουν τις πιθανότητες επικράτησης του ενός ή του άλλου κόμματος σε μονοεδρικές περιφέρεις.

β) Ο διάλογος για τις συνενώσεις, θα λειάνει και το έδαφος για το σχηματισμό των νέων μονοεδρικών και θα υπάρχει η χρονική δυνατότητα να καμφθούν οι όποιες τοπικές αντιστάσεις, και

γ) Η διαδικασία ωρίμασης της διοικητικής μεταρρύθμισης, θα καθορίσει το εύρος της επιτυχίας του νέου εκλογικού νόμου, με ταυτόχρονη αλλαγή του παραδειγματικού μοντέλου λειτουργίας της δημοκρατίας, συνολικής και εσωκομματικής. Σε κάθε περίπτωση και με διαφαινόμενη την άρνηση της ΝΔ να συμφωνήσει σε όλα τα σημεία του νέου εκλογικού νόμου, ο νόμος θα τεθεί σε ισχύ στις μεθεπόμενες εθνικές εκλογές. Άρα, υπάρχει χρόνος για σοβαρό δημόσιο διάλογο. Το ΠΑΣΟΚ ορθά ανοίγει το ζήτημα και επεξεργάζεται ένα συνολικό σχέδιο αλλαγής του πολιτικού συστήματος.

Ο νέος εκλογικός νόμος, όμως, δεν θα ευδοκιμήσει αν δεν καταβληθούν σημαντικές προσπάθειες για την εμπέδωση της εσωκομματικής δημοκρατίας και δεν προχωρήσει η διοικητική αναδιάρθρωση της χώρας.

Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2009

Η μεταρρύθμιση του συστήματος υγείας στις ΗΠΑ

Αναδημοσίευση από το περιοδικό Μεταρρύθμιση

Σε παλαιότερο άρθρο στη «Μεταρρύθμιση», είχα σημειώσει, αναφερόμενος στις πρώτες μέρες της προεδρίας Ομπάμα, ότι «Κατά τα φαινόμενα, ο πρόεδρος Ομπάμα κλίνει προς την άσκηση μιας σταδιακά κλιμακούμενης επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής, με ενίσχυση της κρατικής παρεμβατικότητας και ενδυνάμωση του ομοσπονδιακού στοιχείου σε όλο το εύρος των πολιτικών… »… η εσωτερική ατζέντα του Ομπάμα, είναι η πιο φιλόδοξη από την εποχή του Τζόνσον.

Η παρουσία της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, θα είναι αποφασιστική σε αλλαγές όπως η διεύρυνση της βάσης εκείνων που δικαιούνται και μπορούν να απολαμβάνουν παροχή υπηρεσιών υγείας, φροντίδας και περίθαλψης, η μεγαλύτερη προσβασιμότητα του εκπαιδευτικού συστήματος από το δημοτικό μέχρι και το κολλέγιο, κυρίως στις ημιαστικές περιοχές, η σημαντική κρατική οικονομική ενίσχυση των φοιτητών, κοκ.»

Αφού ο πρόεδρος Ομπάμα προσπάθησε, στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, να βελτιώσει την εικόνα των ΗΠΑ, προχωρά στην υλοποίηση του στρατηγικού σχεδιασμού του για την εφαρμογή της εσωτερικής του ατζέντας. Πριν από λίγους μήνες κατατέθηκε η νομοθετική πρόταση για τη μεταρρύθμιση στο χώρο της υγειονομικής περίθαλψης, πρόταση που βρίσκεται πλέον στην κορυφή της δημόσιας αντιπαράθεσης.

Οι δαπάνες υγείας της μεγαλύτερης οικονομίας του κόσμου, ανέρχονται στο 17% περίπου του ΑΕΠ (ενώ στη Γερμανία και τη Γαλλία είναι περίπου στο 10%) και το κατά κεφαλήν κόστος της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης υπολογίζεται στα 7.500 δολάρια, σημαντικά μεγαλύτερο από οποιαδήποτε άλλη χώρα του ΟΑΣΑ. Παρά τα εντυπωσιακά οικονομικά νούμερα, οι δείκτες προσδοκίμου ζωής, παιδικής θνησιμότητας και άλλων παραγόντων, υστερούν σε σχέση με τους ευρωπαϊκούς, ενώ περίπου 40 εκατομμύρια Αμερικανοί παραμένουν ανασφάλιστοι.

Επιπροσθέτως, οι αδυναμίες του συστήματος επιτείνονται από επιμέρους παράγοντες:

α) Η φορολογική επιβάρυνση των πολιτών για την υποστήριξη των κρατικών προγραμμάτων για την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη ηλικιωμένων, παιδιών και όλων εκείνων που έχουν απολαβές μικρότερες των 20.000$ ετησίως, αυξάνει κάθε χρόνο σημαντικά.

β) Το υψηλό κόστος των εταιρικών συμβολαίων-πακέτων που αγοράζουν οι επιχειρήσεις στις ΗΠΑ για την ασφαλιστική κάλυψη των εργαζομένων σε αυτές, αποθαρρύνουν αρκετές πλέον επιχειρήσεις να προβαίνουν στη σύναψή τους, ενώ όσες συμβάλλονται, μετακυλίουν σημαντικό μέρος του κόστους στους εργαζομένους, μειώνοντας έτσι τις καθαρές αποδοχές τους.

Την περιγραφείσα κατάσταση φιλοδοξεί να ανατρέψει το νομοσχέδιο που ουσιαστικά προβλέπει την ασφαλιστική κάλυψη των ανασφάλιστων πολιτών με κρατική μέριμνα και την παράλληλη επιβολή ανώτατων ορίων στις ασφαλιστικές εταιρίες, που θα αφορούν το ύψος των καλύψεων και το κόστος των προγραμμάτων.

Οι παραπάνω ρυθμίσεις υπολογίζεται ότι θα κοστίσουν σωρευτικά στις ΗΠΑ 1,3 τρις δολάρια την επόμενη δεκαετία. Αν θέλουμε να ξεχωρίσουμε κάποιες ενδιαφέρουσες προβλέψεις-στοχεύσεις του νόμου, πέραν της προφανούς, δηλαδή της άμβλυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων και της εμπέδωσης ενός αποτελεσματικού συστήματος υγείας, οφείλουμε να επισημάνουμε,

α) τη ρύθμιση που δεν θα επιτρέπει στις ασφαλιστικές να αρνούνται την κάλυψη ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης βάσει του ιατρικού ιστορικού ενός ατόμου, ή και να καταργούν αυτήν όταν κάποιος ασφαλισμένος ασθενήσει, ενώ αναγκάζει στον αντίποδα τους υγιείς Αμερικανούς να διαθέτουν κάλυψη και το διάστημα που είναι υγιείς και όχι μόνο όταν χρειαστούν περίθαλψη,

β) τη ρύθμιση που ουσιαστικά προετοιμάζει το έδαφος για τη δημιουργία ενός ανταγωνιστικού προς τις ιδιωτικές εταιρίες κρατικού συστήματος ασφάλισης, προκειμένου αυτές να αναγκαστούν να περιορίσουν το κόστος των καλύψεων,

γ) καθώς και την υποχρεωτική πλέον συμμετοχή των επιχειρήσεων (εξαιρουμένων των πολύ μικρών) στα συμβόλαια περίθαλψης και ασφάλισης όλων των εργαζομένων.

Η κριτική που εκπορεύεται από το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα καθώς και από συντηρητικούς Δημοκρατικούς, αφορά κυρίως τη «σοσιαλιστικοποίηση» του συστήματος υγείας, καθώς και το υψηλό κόστος της μεταρρύθμισης, ειδικά σε μια περίοδο, βοηθούσης της οικονομικής κρίσης, που η αύξηση του δημοσιονομικού ελλείμματος είναι εκρηκτική.

Στα επιχειρήματα όμως αυτά, αντιτάσσεται ότι το υψηλό κόστος θα εξισορροπηθεί από την επιβολή νέων περιορισμένων φόρων, την εφαρμογή πολιτικής μέσω της οποίας θα μειώνεται δραστικά το κόστος των δαπανών υγείας και την εφαρμογή της ρύθμισης που επιβάλει τη συμμετοχή των εργοδοτικών εισφορών.

Οφείλουμε βέβαια να παρατηρήσουμε ότι τα κρατικά έσοδα θα συμπιεστούν, λόγω της σχεδιαζόμενης έκπτωσης στις δαπάνες για υγειονομική ασφάλεια. Από την επιτυχία της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας στο χώρο της υγείας, θα εξαρτηθεί ο χρόνος, το εύρος και η ποιότητα των εκσυγχρονιστικών προσπαθειών σε όλο το φάσμα της εσωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ.



• Ο Θανάσης Κοντογεώργης είναι δικηγόρος.

Τετάρτη 22 Ιουλίου 2009

Η ένταξη των μεταναστών στην πολιτική διαδικασία

Αναδημοσίευση από το περιοδικό '' Μεταρρύθμιση''

Η ένταξη των μεταναστών στην πολιτική διαδικασία



Οι κοινωνικές και οικονομικές διαστάσεις του μεταναστευτικού ζητήματος αποτελούν συχνά αντικείμενο επιστημονικής μελέτης και δημόσιου διαλόγου. Λίγη προσοχή , όμως , έχει δοθεί στο αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες που ζουν και εργάζονται στη χώρα μας είναι αποκλεισμένοι από οιαδήποτε πολιτική διαδικασία και βρίσκονται στο παρασκήνιο της πολιτικής σε αντίθεση με τους αυτόχθονες. Για τις ανάγκες αυτού του σύντομου κειμένου, με τον όρο « πολιτική διαδικασία» προσδιορίζουμε αποκλειστικά την πρόσβαση των μεταναστών στις αυτοδιοικητικές ή εθνικές εκλογές και όχι την συμμετοχή τους σε κινήσεις πολιτών, ενώσεις, κ.ο.κ. Σκοπός αυτού του άρθρου είναι να αναδείξει τρόπους μέσα από τους οποίους το 10% πλέον του πληθυσμού της χώρας θα μπορεί να έχει λόγο στα δημόσια πράγματα και να περιγράψει τις συνέπειες στο πολιτικό μας σύστημα από μια πιθανή αλλαγή της σύνθεσης του εκλογικού σώματος.


Η φιλοσοφική, επιστημονική, ηθική και πολιτική θεμελίωση της άποψης που ενθαρρύνει την παροχή δικαιώματος ψήφου στους μετανάστες, αν και πλούσια ( territorial inclusion, quod omnes tangit ab omnibus approbetur, stakeholder citizenship, Διακήρυξη Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το αρ.19 της Συνθήκης του Άμστερνταμ, όπως και ο John Stuart Mill στο ‘’Considerations of Representative Government’’) δεν μπορεί να παρουσιαστεί αναλυτικά στο παρόν, όπως και η αντίστοιχα πλούσια αντίθετη επιχειρηματολογία ( Rawls J. στο ‘’Political Liberalism’’, ρεπουμπλικανικές θεωρίες, θεωρία της σύγκρουσης της πίστης και του εξωτερικού συμφέροντος κοκ). Σε κάθε περίπτωση μπορούμε , αντλώντας στοιχεία από εγχώριους και διεθνείς οργανισμούς καθώς και από μια συγκριτική μελέτη της κατάστασης σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, να εξάγουμε τα παρακάτω συμπεράσματα που προσδιορίζουν τη φύση και τη σημασία του υπό εξέταση ζητήματος:

Α) Πλην ελαχίστων εξαιρέσεων σε παγκόσμιο επίπεδο και υπό ορισμένες προϋποθέσεις ( Χιλή, Νέα Ζηλανδία, Βενεζουέλα) αλλοεθνείς δεν έχουν δικαίωμα ψήφου σε εθνικές εκλογές παρά μόνο αν αποκτήσουν την ιθαγένεια ενώ σε τοπικές εκλογές είναι αρκετές οι χώρες και της ΕΕ ( 17 τον αριθμό) που αν πληρείται το κριτήριο της νόμιμης και συνεχούς παραμονής σε έναν συγκεκριμένο τόπο ( το χρονικό διάστημα διαφέρει από χώρα σε χώρα αλλά κυμαίνεται από 1-5 έτη) θα μπορεί ο αλλοεθνής-μετανάστης να λαμβάνει μέρος στις τοπικές εκλογές ( είναι ξεχωριστή η περίπτωση όσων κατοίκων είναι πολίτες χώρας μέλους της ΕΕ.).

Στην περίπτωση της Ελλάδας, ο μόνος τρόπος για να αποκτήσει κάποιος δικαίωμα ψήφου στις εθνικές εκλογές είναι η απόκτηση της ιθαγένειας. Κάτι τέτοιο, όμως , αποδεικνύεται αρκετά δύσκολο γιατί το ελληνικό κράτος ( συρόμενο από εθνικιστικές ιδεοληψίες του παρελθόντος) έχει φροντίσει να διατηρήσει το πιο σκληρό σύστημα χορήγησης υπηκοότητας. Ενδεικτικά αναφέρουμε τα παρακάτω :
1. Τα τελευταία 15 χρόνια έχουν αποκτήσει την ελληνική υπηκοότητα λιγότεροι από 20.000 μετανάστες πού πληρούσαν τα κριτήρια αν και οι αιτήσεις είναι δεκάδες χιλιάδες. Υπολογίζεται ότι 2/1000 μετανάστες έχουν αποκτήσει ιθαγένεια όταν το ποσοστό αυτό σε άλλες χώρες ξεκινάει από 12/1000 στη Γερμανία ( που έχει εξίσου αυστηρό πλαίσιο) και φθάνει μέχρι 98/1000 στην Ολλανδία. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η διαδικασία απόκτησης ιθαγένειας είναι αδιαφανής αφού είναι η μοναδική διαδικασία της Διοίκησης που δεν απαιτεί αιτιολογημένη απόφαση, δεν υπάρχουν standardized tests για την εξέταση του υποψηφίου αν πληροί το γλωσσικό και πολιτιστικό κριτήριο που επιβάλλει ο κώδικας ιθαγένειας, η προϋπόθεση της συνεχούς διαμονής είναι περιοριστική ( 10 έτη από τα τελευταία 12. όταν ακόμα και η Γερμανία το 2000 από 15 το μείωσε στα 8 και αμέσως η χορήγηση ιθαγενειών εκτινάχθηκε από τις 116.000 την περίοδο 1996-1999 στις 230.000 την περίοδο 2000-2003) ενώ και τα έξοδα είναι δυσβάσταχτα. Οι παραπάνω προφανείς αδυναμίες του συστήματος υπαγορεύουν κατά τη γνώμη μου το εύρος και την ποιότητα των αλλαγών που επιβάλλεται να γίνουν ως προς τη διαδικασία απόκτησης της ιθαγένειας. Υπολογίζεται ότι αν η προϋπόθεση της συνεχούς παραμονής μειωνόταν από 10 χρόνια στα 5 ( όπως είναι και ο ευρωπαϊκός μέσος όρος ) θα μπορούσαν αυτή τη στιγμή να λάβουν ,εφόσον το επιθυμούσαν και πληρούσαν και τα λοιπά κριτήρια, 500.000 περίπου μετανάστες την ελληνική ιθαγένεια ( 850.000 νόμιμοι μετανάστες Χ 80% ενήλικοιΧ 75% που διαμένουν τουλάχιστον 5 χρόνια στη χώρα) αντιπροσωπεύοντας μια αύξηση του εκλογικού σώματος της τάξεως του 5%.
2. Η Ελλάδα είναι από τις λίγες πλέον χώρες που έχει διατηρήσει το jus sanguinis στη νομοθεσία της και όχι το jus soli γεγονός που ελαττώνει τις πιθανότητες των μεταναστών να απολαύσουν τα πολιτικά δικαιώματα που αναλογούν σε κάθε άλλο πολίτη αυτής της χώρας.

Β. Αναφορικά με τη χορήγηση δικαιώματος ψήφου στους μετανάστες στις τοπικές εκλογές, διαπιστώνουμε ότι πλέον 17 από τις 27 χώρες της ΕΕ έχουν προχωρήσει σε σχετική ρύθμιση ενώ στην περίπτωση που στη χώρα μας υιοθετείτο η πρόταση του ΠΑΣΟΚ για διακίωμα ψήφου στους μετανάστες που διαμένουν νόμιμα στην Ελλάδα 5 χρόνια και στον ίδιο τόπο 3, περισσότεροι από 350.000 ενήλικοι μετανάστες ( αφού πολλοί αλλάζουν συχνά τόπο διαμονής ) θα είχαν δικαίωμα ψήφου στις επόμενες αυτοδιοικητικές εκλογές.

Μια πιθανή αλλαγή της σύνθεσης του εκλογικού σώματος θα είχε σοβαρές συνέπειες στο πολιτικό σύστημα και πολλές θεωρίες, από τη βάση των οποίων εκπορεύονται και σενάρια, αντιμετωπίζουν το ζήτημα. Οι πιθανότερες εκδοχές είναι οι ακόλουθες:

Α) Οι πυλώνες του κομματικού μας συστήματος δεν καταφέρνουν αν αφομοιώσουν πολιτικά το νέο εκλογικό σώμα και να ανταποκριθούν στις κοινωνικές και πολιτικές προσδοκίες-επιδιώξεις του με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν νέες κοινωνικά χάσματα που θα εκφραστούν με τη δημιουργία ενός η περισσοτέρων κομμάτων μεταναστών που είναι βέβαιο ότι κάποιο από αυτά θα έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά ( λαμβανομένου υπόψη ότι οι Αλβανοί στη χώρα μας απαρτίζουν το 65% του μεταναστευτικού πληθυσμού).

Β) Τα μεγάλα κόμματα, στη βάση της θεωρίας της Ορθολογικής Επιλογής, θα αντιληφθούν τη σημασία του νέου μεγέθους που θα προστεθεί στο εκλογικό σώμα και θα προσπαθήσουν να το εκφράσουν πολιτικά ανοίγοντας και τις εσωκομματικές διαδικασίες αλλά και προσπαθώντας να αλλάξουν το πλαίσιο του δημοσίου διαλόγου ( more inclusionary) για το θέμα της μετανάστευσης προκειμένου να έρθουν και τα δύο προς το πολιτικό ‘’Κέντρο’’ αφού η μειωμένη συμμετοχή των ελλήνων πολιτών στις εκλογές αλλά και οι δημογραφικές τάσεις θα προσδίδουν ακόμα μεγαλύτερη πολιτική και εκλογική σημασία στο νέο εκλογικό σώμα. Φυσικά μια τέτοια εξέλιξη θα ενίσχυε ακραίες εθνικιστικές φωνές αλλά το πλαίσιο του δημοσίου διαλόγου θα ήταν αυτό που θα καθόριζε την απήχηση αυτών των φωνών.

Τα ασφυκτικά πλαίσια μια αρθρογραφικής παρέμβασης δεν μας επιτρέπουν την ενδελεχή ανάλυση και παρουσίαση όλων των παραπάνω. Σημασία , όμως, έχει ότι δεν μπορούμε να παραγνωρίζουμε νέες πραγματικότητες και μελλοντικές προκλήσεις που έχουν δημιουργηθεί λόγω της παρουσίας των μεταναστών στη χώρα μας και να καταλαμβανόμαστε κάθε φορά εξαπίνης , όπως πρόσφατα με τα ζητήματα της λαθρομετανάστευσης, της ασφάλειας, της απασχόλησης και της κοινωνικής προστασίας που συνδέονται με την μετανάστευση και έστερξε να τα αναδείξει περισσότερο και να τα εκμεταλλευτεί η Ακροδεξιά στη χώρα μας και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Η δημοκρατική παράταξη πρέπει να αναδείξει και το ζήτημα της πολιτικής ένταξης των μεταναστών καταθέτοντας μια ρεαλιστική πρόταση για την απόκτηση της ιθαγένειας και της χορήγησης δικαιώματος ψήφου στους μετανάστες.

Ο Θανάσης Κοντογεώργης είναι δικηγόρος.

Παρασκευή 12 Ιουνίου 2009

ΕΕ: Δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο

*Το παρόν άρθρο δημοσιεύεται στο περιοδικό " Ερμής" του Συλλόγου Αποφοίτων Κολλεγίου Αθηνών (ΣΑΚΑ) , Τεύχος Ιουνίου.

Ευρωπαϊκή Ένωση: Δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο.


30 χρόνια συμπληρώνονται φέτος από τη διενέργεια των πρώτων ευρω-εκλογών και η Ένωση βιώνει μια ηχηρή αντίφαση. Ενώ το ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει αποκτήσει αυξημένες αρμοδιότητες και συναποφασίζει για τα 2/3 των πολιτικών της Ε.Ε. ( ενώ εάν τεθεί σε εφαρμογή η Συνθήκη της Λισαβόνας θα φτάσει στο 90%) η συμμετοχή στις εκλογές βαίνει μειούμενη. Οι ευρωπαίοι πολίτες δεν αισθάνονται ότι διακυβεύεται κάτι σημαντικό. Μέχρι και σήμερα, λίγες μέρες πριν τη διεξαγωγή των εκλογών, κανείς δεν έχει καταφέρει- ούτε ίσως έστω προσπαθήσει- να κινητοποιήσει τον ευρωπαϊκό δημόσιο διάλογο. Πολιτικές αντιπαραθέσεις για τα διακυβεύματα των εκλογών δεν υπάρχουν . Η αναμέτρηση είναι απρόσωπη. Από την Ευρώπη σήμερα λείπουν και οι πολιτικές αντιπαραθέσεις (fights) και τα πρόσωπα ( faces). Ακόμα και για το πρόσωπο του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υπάρχει μια «άχρωμη» συναίνεση των πολιτικών ομάδων στον πρόσωπο του νυν επικεφαλής της Μ.Μπαρόζο.

Η απάντηση της Ε.Ε. στην αυξημένης εντάσεως οικονομική κρίση , η αναζήτηση δημοκρατικά νομιμοποιημένων θεσμών διακυβέρνησης, η επανεξέταση του διακυβερνητικού- και ομολογουμένως αποτυχημένου- μοντέλου λειτουργίας και εξέλιξης της Ένωσης, η προώθηση της Στρατηγικής της Λισαβόνας, η εμβάθυνση των σχέσεων των χωρών-μελών, η κοινωνική Ευρώπη και η Ευρώπη των δημόσιων αγαθών, η μετανάστευση και τα ατομικά δικαιώματα καθώς και πολλά άλλα κρίσιμα για το πολιτικό μέλλον της Ένωσης ζητήματα απουσιάζουν εμφατικά από την ευρωπαϊκή δημόσια σφαίρα. Η εμβάθυνση και η διεύρυνση έχουν ατονήσει, ενώ η προώθηση των βασικών στρατηγικών επιλογών παρουσιάζει σοβαρές αδυναμίες. Το θεσμικό πλαίσιο υποβαθμίστηκε και παραμένει ακόμα αβέβαιο λόγω της μη μέχρι τώρα επικύρωσης της Συνθήκης της Λισαβόνας , η ένταξη των πρώην Ανατολικών χωρών μείωσε για κάποιους την « κοινοτική συνείδηση» ενώ κατά τη θητεία Μπαρόζο ατόνησε η πολιτική δυναμική της ΕΕ . ‘Αλλωστε, αν κάτι διακυβεύεται σήμερα δεν είναι η ύπαρξη της ΕΕ, αλλά η πολιτική της δυναμική.

Η εσωτερική πολιτική θεματολογία, όμως, επικαθορίζει το εύρος και την ποιότητα του διαλόγου. Λίγοι σκοπεύουν να προσέλθουν στις κάλπες και ακόμα λιγότεροι συζητούν για την Ευρώπη Η Ελλάδα δυστυχώς, δεν αποτελεί μια αισιόδοξη εξαίρεση. Αν και η χώρα μας έχει κάθε συμφέρον, οικονομικό και διεθνοπολιτικό, να βλέπει την Ευρώπη να δυναμώνει, η σημερινή πολιτική τάση- όπως αυτή αποτυπώθηκε κυρίως την προεκλογική περίοδο- δείχνει ότι όλο και περισσότερο η συλλογική πορεία υποκαθίσταται από τον εθνικό ατομισμό και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο

Στον αντίποδα των παραπάνω, η εμπειρία της οικονομικής κρίσης έδειξε ότι οι διαδικασίες ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης –όπως το ευρώ- δημιούργησαν συνθήκες για σημαντικές επιτυχίες. Οι χώρες της ζώνης του ευρώ προφυλάχθηκαν από την κρίση λόγω της νομισματικής σταθερότητας και περιορίζουν κατά τα φαινόμενα το κοινωνικό κόστος αυτής. Αν η χώρας μας ήταν εκτός ευρώ το νόμισμά μας θα είχε υποτιμηθεί κατά τουλάχιστον 30% επιφέροντας σημαντικές επιπτώσεις στο σύνολο της οικονομικής και κοινωνικής ζωής. Η ΕΕ, όμως, δεν έχει χρόνο για χάσιμο. Σημαντικές προκλήσεις αναδύονται και συγκεκριμένα βήματα χρειάζεται να γίνουν:


1)Ο ευρω-ιδεαλισμός στο προσκήνιο και πάλι. Εφόσον οι Ιρλανδοί ψηφίσουν «ναι» τον Οκτώβριο , η ΕΕ δεν θα πρέπει να επαναπαυθεί και να περιπέσει πάλι σε μια ιδιότυπη ακινησία αλλά να καταστήσει πιο πολιτική τη λειτουργία της αναδεικνύοντας ακόμα περισσότερο το ρόλο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, εξατομικεύοντας τα πολιτικά ζητούμενα και προωθώντας σε καίριες θέσεις ανθρώπους που πιστεύουν στο όραμα της Πολιτικής Ένωσης και δεν περιορίζονται στη διατήρηση συσχετισμών και ισορροπιών.

2) Πολιτικοποίηση της ΕΕ. Από την ΕΕ λείπουν οι αντιπαραθέσεις. Σε κάθε πολιτική επιδιώκεται μια χαλαρή συναίνεση όλων των πολιτικών ομάδων, ένα minimum συμφωνίας για όλα τα θέματα. Θα ήταν χρήσιμο να αποκτήσουν «πρόσωπο» και περιεχόμενο οι αντιπαραθέσεις , να προσωποποιηθούν προτάσεις και σκέψεις για την πορεία της Ευρώπης, να αυξηθεί κατ’αυτό τον τρόπο και το ενδιαφέρον των πολιτών.

3) Προώθηση κοινής ευρωπαϊκής ταυτότητας. Παρά το γεγονός ότι η ΕΕ είναι ένα sui generis πολιτικό μόρφωμα , είναι κοινός τόπος ότι το «έλλειμμα κοινής ευρωπαϊκής ταυτότητας» υπονομεύει πλέον τη διαδικασία εμβάθυνσης των σχέσεων και όσο πιο αδύνατο είναι το αίσθημα μιας κοινής ταυτότητας μεταξύ των πολιτών τόσο λιγότερο ευεπίφορο είναι το έδαφος για προώθηση και αποδοχή κοινών ενωσιακών πολιτικών. Οι επικοινωνιακές εκστρατείες δεν αρκούν. Η αποδοχή της διαφορετικότητας αποτελεί το πρώτο βήμα για το κτίσιμο αυτής της κοινής ταυτότητας. Απαιτούνται όμως, πολιτικές που θα ενισχύουν το « ευρωπαϊκό εμείς» ( πχ. απευθείας εκλογή προέδρου Ευρ.Επιτροπής, εναρμόνιση φορολογικών και εισοδηματικών πολιτικών και γενικά θεσμών οικονομικής διακυβέρνησης κοκ) . Μόνο έτσι μπορούμε να υπάρξουμε με την ταυτότητα που θέλουμε χωρίς να συγκρουόμαστε με ό,τι διαμορφώνει την ταυτότητα των άλλων.

4) Ισχυρότερη νομιμοποίηση της Ένωσης. Η ισχυρότερη νομιμοποίηση της Ένωσης, δεν μπορεί να προέλθει μόνο μέσα από θεσμικές διαδικασίες που αφορούν κυρίως την αναβάθμιση του ρόλου του Κοινοβουλίου . Η ανάπτυξη των κατάλληλων πολιτικών και εκροών της ΕΕ, που θα ανταποκρίνονται σε προβλήματα και προσδοκίες των Ευρωπαίων πολιτών είναι εκείνες που θα αυξήσουν το απόθεμα νομιμοποίησης της Ε.Ε. Στα πλαίσια αυτά πρέπει να εξετασθεί και ο επαναπροσδιορισμός των προτεραιοτήτων του κοινοτικού προϋπολογισμού ώστε να ανταποκρίνονται στις νέες ανάγκες που έχουν δημιουργηθεί ( ενέργεια, περιβάλλον, εργασία).

5) Ευελιξία στην προώθηση των πολιτικών: Είναι φυσικό, ότι η Ε.Ε. των 27 χωρών-μελών δεν μπορεί να λειτουργήσει στο ίδιο πλαίσιο με την Ευρώπη των 15. Πολλώ δε μάλλον όταν εκκρεμεί η επικύρωση του νέου « συνταγματικού πλαισίου» με την Συνθήκη. Θα πρέπει να εξετασθεί κατά πόσο το επιτυχημένο μοντέλο της ζώνης του Ευρώ και του Σένγκεν θα μπορούσε να εφαρμοσθεί για την προώθηση κρίσιμων για την ΕΕ πολιτικών ( Εξωτερική Πολιτική και Άμυνα, Ενέργεια, Ασφάλεια, Μετανάστες κοκ) έστω και αν μια τέτοια εξέλιξη οδηγούσε σε μια ΕΕ πολλών ταχυτήτων.

6) Ένας Ευρωπαϊκός Δήμος Διαλόγου. Η οικοδόμηση της Πολιτικής Ένωσης, δεν μπορεί να γίνει ερήμην της κοινωνίας και των πολιτών της ΕΕ.. Τα κοινά θέματα πρέπει να συζητούνται ενώπιον όλων των εθνικών ακροατηρίων και να αποτελούν και δικά τους θέματα αφού με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται πληροφόρηση προς όλους, διαφάνεια, έλεγχος και λογοδοσία. Η δημιουργία ενός ευρωπαϊκού δημόσιου χώρου είναι το μέσο για να περιορισθεί το έλλειμμα δημοκρατίας. Υπάρχει σχετική πρόβλεψη στο άρθρο 8 της Μεταρρυθμιστικής Συνθήκης της Λισσαβόνας που πρέπει να αξιοποιηθεί. Η δημιουργία του χώρου αυτού είναι έργο των δυνάμεων εκείνων που επιδιώκουν μια ισχυρή και δημοκρατική Ένωση. Η δημοκρατία σε υπερεθνικό επίπεδο μπορεί να κατοχυρωθεί μόνο αν εμπεδωθούν κανόνες συλλειτουργίας που ανταποκρίνονται στις νέες συνθήκες της μεταεθνικής πραγματικότητας. Η καθιέρωση της δημόσιας διαβούλευσης για τα θέματα ευρωπαϊκής πολιτικής σε ολόκληρη την ΕΕ θα συμβάλλει αποφασιστικά στη δημιουργία αυτού του ευρωπαϊκού δήμου διαλόγου , όπου τα προβλήματα και οι επιδιώξεις θα συνειδητοποιούνται μέσα σε ένα πνεύμα δημιουργικής σύνθεσης.


Σήμερα, κάποιοι οραματίζονται την Ευρώπη που θέλουμε, ενώ άλλοι, ίσως πιο ρεαλιστές, συζητάνε για την Ευρώπη που μπορούμε. Όσοι πιστεύουν, επομένως ,στην ευρωπαϊκή ιδέα ας μην χάνουν χρόνο.

* Ο Θανάσης Κοντογεώργης 97’ είναι δικηγόρος, υπ. διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών

Τρίτη 12 Μαΐου 2009

Δευτέρα 11 Μαΐου 2009

Η στρατηγική του ΠΑΣΟΚ για " ευρω-εκλογές-δημοψήφισμα".

Το ΠΑΣΟΚ έχει αποφασίσει να προσδώσει χαρακτηριστικά δημοψηφίσματος στις επικείμενες ευρω-εκλογές και στηριζόμενο εκεί οικοδομεί την προεκλογική του στρατηγική. Βρίσκω προβληματική τη στρατηγική αυτή για τους παρακάτω λόγους:

1) Η πρόσδοση δημοψηφισματικού χαρακτήρα στις ευρω-εκλογές αναιρεί τον ίδιο τον χαρακτήρα των εκλογών. Δεν τρέφουμε αυταπάτες ότι δυστυχώς, σε ολόκληρη σχεδόν την Ευρώπη η εθνική πολιτική ατζέντα επικυριαρχεί της ευρωπαϊκής. Αυτό, όμως, δε σημαίνει ότι πρέπει να επιτείνουμε την απαξίωση του όποιου δημοσίου διαλόγου για τα μείζονα θέματα που αφορούν την Ευρώπη Άλλωστε, ακόμα και στο πεδίο άσκησης πολιτικής στα πλαίσια της ΕΕ , ο Κ.Καραμανλής έχει δώσει πολλές αφορμές για να υποστεί την πολιτική κριτική του ΠΑΣΟΚ και να υπάρξει αντιπαράθεση επ'αυτών χωρίς να χρειάζεται να ανασύρουμε συνέχεια τα θέματα της εσωτερικής επικαιρότητας και όχι μόνο. Επομένως, η συζήτηση περί ψήφου καταδίκης απομακρύνει το ίδιο το ΠΑΣΟΚ από την ευρωπαϊκή του ταυτότητα.

2)Το κάλεσμα για ψήφο καταδίκης στη Ν.Δ αποτελεί ουσιαστικά μια εκ των προτέρων ομολογία ότι η ψήφος στο ΠΑΣΟΚ δεν θα είναι μια θετική ψήφος στον προγραμματικό λόγο του ΠΑΣΟΚ αλλά μια ψήφος αρνητική απέναντι στη Ν.Δ. Η στρατηγική αυτή έχει υιοθετηθεί και για τις εθνικές εκλογές και ευθύνεται για το ότι: α) το ΠΑΣΟΚ δεν έχει δημιουργήσει ρεύμα νίκης β) δεν έχει πείσει ότι διαθέτει αξιόπιστη κυβερνητική πρόταση και γ) συνεχίζει μια παράδοση αντιπολιτευτικών τακτικών που προσδιορίζονται περισσότερο από έναν αρνητικό πολιτικό λόγο παρά από μια θετική δυναμική πρόταση ( τακτικές που έχουν αποδειχθεί εκλογικά επιτυχείς αλλά αδυνατούν να ανατρέψουν το τρέχον νοσηρό πολιτικό παράδειγμα και να συμβάλουν στην αναβάθμιση της ποιότητας της δημοκρατίας μας.

3) Η συμμετοχή σε μια " δημοψηφισματικού χαρακτήρα" αναμέτρηση προσδιορίζει σε ένα βαθμό και την επιτυχία αυτής της στρατηγικής. Σε περίπτωση που η συμμετοχή είναι μικρότερη από τις προηγούμενες ευρωεκλογές θα σημαίνει ότι και η απήχηση του ''δημοψηφισματικού'' μηνύματος του ΠΑΣΟΚ ήταν περιορισμένη.

4) Το ΠΑΣΟΚ, ανάγοντας τις ευρωεκλογές αυτές σε δημοψήφισμα, ουσιαστικά θέτει υπό την κρίση του εκλογικού σώματος την κυβερνητική του ετοιμότητα. Επομένως, ο εκλογικός στοχος του ΠΑΣΟΚ για αυτές τις εκλογές, αφ'ης στιγμής τους προσδίδει χαρακτήρα εθνικών εκλογών, θα πρέπει να είναι όχι μόνο η νίκη αλλά και η υπέρβαση του εκλογικού ποσοστού των εθνικών εκλογών του 2007.

Συμπερασματικά, το ΠΑΣΟΚ έχει αποφασίσει να δώσει μια εκλογική μάχη, το χαρακτήρα της οποίας όμως, δεν έχει αποδεχθεί η άλλη πλευρά ενώ προσφέρει απλόχερα επιχειρήματα ( συμμετοχή, ποσοστό, διαφορά), που μπορούν να υποτιμήσουν μια πιθανή του νίκη. Εμμένοντας σε αυτή τη στρατηγική, αποφασίζει, τουλάχιστον σε επίπεδο εντυπώσεων, να τρέξει έναν αγώνα μόνο του κινδυνεύοντας να βγει δεύτερο..

Παρασκευή 3 Απριλίου 2009

Ποιος ασχολείται με τις Ευρωεκλογές;...

Σε δύο περίπου μήνες θα διεξαχθούν οι εκλογές για την ανάδειξη των αντιπροσώπων μας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Τα πολιτικά διακυβεύματα αυτών των εκλογών έχουν ήδη τεθεί:

α) Σε επίπεδο συσχετισμών, το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα επιδιώκει να ανακτήσει ύστερα από αρκετά χρόνια την πλειοψηφία των εδρών. Η πιθανή αποχώρηση του Συντηρητικού Κόμματος της Αγγλίας από το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα αυξάνει τις πιθανότητες επιτυχίας του PES να εκλέξει και πρόεδρο του Κοινοβουλίου προερχόμενο από τις τάξεις του.

β) Σε επίπεδο πολιτικών, η οικονομική κρίση που μαστίζει την Ευρώπη έχει φέρει στο προσκήνιο προβληματισμούς που θέτουν στον πυρήνα του δημοσίου διαλόγου θέματα και προτάσεις που αναδεικνύουν την αναγκαιότητα της χάραξης και άσκησης μιας υπερεθνικής οικονομικής διακυβέρνησης με παράλληλη ενίσχυση των ομοσπονδιακών πολιτικών δομών της ΕΕ.
Η συζήτηση που ξεκίνησε για την προοπτική έκδοσης του ευρω-ομολόγου, μπορεί να βρίσκει εμπόδια ακόμα και στο πρόσωπο του ίδιου του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αλλά αρκετές Διευθύνσεις της Commission καθώς και ευρωπαϊστές πολιτικοί δεν χάνουν την ευκαιρία να κρατούν το θέμα στην επικαιρότητα γνωρίζοντας ότι μια τέτοια εξέλιξη θα άλλαζε ριζικά τον πολιτικό χάρτη της Ευρώπης και θα επηρέαζε καταλυτικά το μέλλον της Ένωσης. Κι αυτό γιατί η έκδοση ενός ευρω-ομολόγου θα σήμαινε κεντρική-ευρωπαϊκή διαχείριση του δημοσίου χρέους των χωρών της Ευρω-ζώνης, δηλαδή ανάληψη των βασικών οικονομικών επιλογών των χωρών-μελών από μια κεντρική ευρωπαϊκή αρχή. Ο καθείς μπορεί να καταλάβει το μέγεθος των πολιτικών αλλαγών που θα επέφερε μια τέτοια προοπτική.

Και φυσικά, ως απότοκο και πάλι της κρίσης, όλο το πλέγμα των οικονομικών πολιτικών επαναπροσδιορίζεται χωρίς αυτομάτως ,όμως, αυτό να σημαίνει και αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας ελαφρά τη καρδία, ειδικά για την περίπτωση της Ελλάδας που βρίσκεται στα όρια της χρεωκοπίας και η δημοσιονομική πειθαρχία είναι εκ των ών ουκ άνευ προκειμένου και να καταστούμε πάλι αξιόπιστοι και φερέγγυοι στην ΕΕ και στις διεθνείς αγορές και να αντιμετωπίσουμε το ζήτημα της αναχρηματοδότησης του χρέους.

Παράλληλα, εκκρεμούν τα ζητήματα της Συνθήκης της Λισσαβόνας, του αιτήματος όσων χωρών βρίσκονται εκτός ΟΝΕ να επιταχυνθεί η διαδικασία εισόδου τους υπό τον κίνδυνο κατάρρευσης, του νέου ρόλου του κράτους, της συμμετοχής της κοινωνίας των πολιτών στη συζήτηση για το μέλλον της Ευρώπης,της κοινωνικής βίας, των υπό διαμόρφωση νέων εργασιακών σχέσεων, της ενεργειακής πολιτικής της ΕΕ, των σχέσεων με τη Ρωσία μετά και τα γεγονότα της Οσετίας και πολλά άλλα, τα οποία ήδη αποτελούν αντικείμενο συζήτησης στις περισσότερες χώρες τουλάχιστον της Ευρωζώνης.

Και στην Ελλάδα; Κανένας σοβαρός δημόσιος διάλογος. Το φαινόμενο δεν είναι άγνωστο. Ποιος άλλωστε συζητάει σοβαρά για την οικονομική κρίση, για την ανάπτυξη και την παραγωγή στη χώρα μας, για το εξωτερικό χρέος, για τα ημίμετρα στο ασφαλιστικό, για τους μετανάστες και την εργασία, για την εξωτερική μας πολιτική, για τη θέση μας στην Ευρώπη και για το όραμά μας για την ΕΕ;

Η συζήτηση έχει μέχρι τώρα περιοριστεί στην κούραση του πρωθυπουργού, στις δελφινομαχίες επιγόνων, στο δήθεν δημοψηφισματικό χαρακτήρα των εκλογών, στο ποιοι θα συμμετέχουν στα ψηφοδέλτια,ποιοι θα ηγούνται αυτών και ποιες σκοπιμότητες θα εξυπηρετηθούν. Λίγοι είναι εκείνοι που θέτουν στη δημόσια σφαίρα με τις παρεμβάσεις τους και έναν υπερεθνικό προβληματισμό. Καμία , όμως, οργανωμένη και ουσιαστική συζήτηση για την Ευρώπη μας. Μόνο μυωπικές πολιτικές στρατηγικές με εθνικά κριτήρια. Κρίμα.

Τρίτη 31 Μαρτίου 2009

Kρίσιμη προοπτική

Αναδημοσίευση από το περιοδικό " Μεταρρύθμιση"
http://www.metarithmisi.gr/el/readText.asp?textID=835

Για λίγους προέδρους των ΗΠΑ είχαν γεννηθεί αυξημένες προσδοκίες σε ολόκληρη την ανθρωπότητα.. Ακόμα λιγότεροι πρόεδροι παρουσιάστηκαν ως σύμβολα μιας νέας εποχής πριν εκλεγούν στο ύπατο αξίωμα αλλά κλήθηκαν πολύ γρήγορα να παραγάγουν άμεσα αποτελέσματα. Στο πρόσωπο του Barack Obama συντρέχουν όλα τα παραπάνω. . Η οικονομική κρίση, η αλλαγή πλεύσης της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής και η αναβάθμιση της θέσης των ΗΠΑ στο εξαιρετικά ρευστό παγκόσμιο σκηνικό, επιτάχυναν το πέρασμα του Οbama από μια μεσσιανική αποτύπωση της παρουσίας του στη σύγχρονη πολιτική ιστορία στην πραγματική πολιτική.

Οι προκλήσεις για τον Barack Obama είναι ευδιάκριτες. Για τους Αμερικανούς τουλάχιστον , η επιτυχής αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, η διευθέτηση των δύο πολέμων σε Ιράκ και Αφγανιστάν και η βλάβη που αυτοί έχουν προκαλέσει στην εικόνα των ΗΠΑ καθώς και η ασφάλεια απέναντι στο διαρκή κίνδυνο της τρομοκρατίας αποτελούν θέματα πρώτης προτεραιότητας, που η εποχή G.W. Bush κληροδότησε στο νέο πρόεδρο των ΗΠΑ. Είναι φανερό, ότι ο Οbama θα κριθεί και από το κατά ποσό θα μπορέσει να διαχειριστεί επιτυχώς ή και να αναστρέψει την ήδη διαμορφωθείσα κατάσταση. Είναι επίσης, όμως, φανερό ότι ο Οbama πέρα από τις παραπάνω προκλήσεις , θα προσπαθήσει να αξιοποιήσει τη συγκυρία προκειμένου να δημιουργήσει μια δική του νέα προοπτική για την προεδρία του και κατ’επέκταση για τη χώρα του αναδεικνύοντας ένα διαφορετικό κοινωνικό και οικονομικό μοντέλο ανάπτυξης για τις ΗΠΑ, στο οποίο θα αναφερθούμε στη συνέχεια.

Στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας η κυβέρνηση Οbama έχει κάνει ήδη αρκετά βήματα και ο μέχρι τώρα απολογισμός εντυπωσιάζει. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε την ανακοίνωση του προέδρου για αποχώρηση των περισσοτέρων αμερικανικών στρατευμάτων από το Ιράκ μέχρι τον Αύγουστο του 2010, το κλείσιμο του Guandanamo , τη δημόσια εμφατική του δέσμευση , ότι οι ΗΠΑ δεν θα ξαναχρησιμοποιήσουν βασανιστήρια, το άνοιγμά του στο μουσουλμανικό κόσμο και το Ιράν, τη στενότερη συνεργασία με την ΕΕ, την εξομάλυνση των ρωσο-αμερικανικών σχέσεων με την πιθανή εγκατάλειψη του σχεδίου αντιπυραυλικής ασπίδας και φυσικά την εμπέδωση της οικονομικής συνεργασίας με την Κίνα προς διασφάλιση κοινών συμφερόντων ( έλλειμμα και εξαγωγές)

Στον τομέα, όμως, της οικονομίας η κατάσταση είναι αρκετά δυσκολότερη και η κριτική που δέχεται ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ εντονότερη. Την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές ο Β.Obama ολοκλήρωνε στη Βουλή των Αντιπροσώπων την ομιλία του για το πακέτο αναθέρμανσης της αμερικανικής οικονομίας. Μετρήσεις των εγκύρων ινστιτούτων Gallup, Pew και Zogby δείχνουν ότι η δημοφιλία και η αποδοχή του Ομπάμα τους πρώτους δύο σχεδόν μήνες της προεδρίας του είναι μεγαλύτερες από εκείνες των L. Johnson, R.Nixon, D.Reagan και B.Clinton, που ανέλαβαν με ανάλογες προσδοκίες. Το 48% των αμερικανών πολιτών πιστεύει ότι η οικονομία θα ανακάμψει και 6 στους 10 ότι η προσωπική τους οικονομική κατάσταση θα βελτιωθεί. Αρκετοί, όμως, πολιτικοί και σχολιαστές εγκαλούν τον Ομπάμα για λάθη και καθυστερήσεις με διαφορετική αφετηρία ο καθένας.

Μερικοί θεωρούν ότι ο Οbama καταστροφολογεί προκειμένου να καλλιεργήσει το έδαφος για μια επεκτατική δημοσιονομική πολιτική κατά τα πρότυπα αυτής που είχε ασκήσει ο F.D.Roosevelt. Σημειώνουν, ότι σήμερα ο δείκτης ανεργίας είναι περίπου στο 1/3 από αυτόν που είχε στο πρώτο έτος ο Roosevelt και το ίδιο έτος ο δείκτης του χρηματιστηρίου ήταν 75% χαμηλότερα από το 1929 σ’αντίθεση με ό,τι συμβαίνει τώρα. Για τους ίδιους, η διόγκωση του ελλείμματος με την ταυτόχρονη αύξηση του ελλείμματος ισοζυγίου πληρωμών θα υποθηκεύσουν το μέλλον των επόμενων γενεών και δεν θα απαντήσουν με επιτυχία στην κρίση.

Άλλοι θεωρούν ότι ο Οbama είναι αρκετά διστακτικός. Οι θιασώτες της επιθετικής επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής εκτιμούν ότι το ποσό που θα διατεθεί σύμφωνα με το σχέδιο για την αναθέρμανση της αμερικανικής οικονομίας, δεν καλύπτει ούτε το ½ των αναγκών με αποτέλεσμα νέες απολύσεις, περικοπές σε προγράμματα και αναβολή δημοσίων επενδύσεων. Η ανεργία αυξάνει και πολλοί προβλέπουν ότι το καλοκαίρι θα είναι διψήφια. Για τη διάσωση του τραπεζικού συστήματος προβλέπεται ότι θα απαιτηθούν περίπου 2 τρις δολάρια ενώ δεν έχουν ακόμα κοστολογηθεί με ακρίβεια από τον Υπουργό Οικονομίας Timothy Geitner τα τοξικά προϊόντα. Επομένως, 3 περίπου τρις$ που αντιστοιχούν στο 20% του ΑΕΠ θα απαιτηθούν άμεσα για την αντιμετώπιση της κρίσης.

Κατά τα φαινόμενα, ο πρόεδρος Obama κλίνει προς την άσκηση μιας σταδιακά κλιμακούμενης επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής, με ενίσχυση της κρατικής παρεμβατικότητας και ενδυνάμωση του ομοσπονδιακού στοιχείου σε όλο το εύρος των πολιτικών. Λαμβανομένων υπόψη και των προεκλογικών του δεσμεύσεων, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα, ότι πρόεδρος Obama αξιοποιώντας τη βαθειά κρίση θα επιδιώξει τον μετασχηματισμό του οικονομικού και κοινωνικού μοντέλου των ΗΠΑ χρησιμοποιώντας την πλατφόρμα της ελπίδας και φέρνοντας στο προσκήνιο τη δυναμική πλέον συνιστώσα του αμερικανικού πολιτικού συστήματος των ΗΠΑ, τη νέα γενιά . H εσωτερική ατζέντα του Οbama είναι η πιο φιλόδοξη από την εποχή του L.Johnson. Η παρουσία της ομοσπονδιακής κυβέρνησης θα είναι αποφασιστική σε αλλαγές όπως : η μεγαλύτερη προσβασιμότητα του εκπαιδευτικού συστήματος από το δημοτικό μέχρι και το κολλέγιο κυρίως στις ημιαστικές περιοχές, η σημαντική κρατική οικονομική ενίσχυση των φοιτητών, η διεύρυνση της βάσης εκείνων που δικαιούνται δωρεάν παροχή υπηρεσιών υγείας, φροντίδας και περίθαλψης, οι ενεργειακές πολιτικές με την ενίσχυση των ήπιων μορφών ενέργειας και απεξάρτησης από το πετρέλαιο, η διατήρηση του πλουραλιστικού χαρακτήρα της αμερικανικής δημοκρατίας με τον παράλληλο, όμως, περιορισμό των δεσμών εξαρτήσεως αυτής με lobbies, ομάδες πίεσης-συμφερόντων, ο επιμελέστερος έλεγχος της τραπεζικής αγοράς, η νέα μεταναστευτική πολιτική κ.α.

Αυτή η προοπτική για τον Obama είναι και η πιο κρίσιμη- Να ανταποκριθεί ,δηλαδή, όχι μόνο στις σημερινές προκλήσεις αλλά και να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις ώστε η αμερικανική κοινωνία να συνεχίσει να είναι στην πρωτοπορία.


Ο Θανάσης Κοντογεώργης είναι δικηγόρος.


Τρίτη 3 Φεβρουαρίου 2009

Αντί προλόγου

Αγαπητοί φίλοι


Σας καλωσορίζω στο προσωπικό μου ιστολόγιο.


Σκοπός του ιστολογίου μου είναι να αναδεικνύω θέματα του ενδιαφέροντός μου και να διεξάγεται ένας διάλογος με όσους επιθυμούν να τοποθετούνται επ’αυτών. Το ιστολόγιο αποτελεί συνάθροιση μιας προσωπικής διαδικασίας παιδευτικής ωρίμασης, της καλύτερης κατανόησης προσωπικών και κοινωνικών αναγκαιοτήτων, της αναζήτησης των σύγχρονων διακυβευμάτων καθώς και της αναντίρρητης επίδρασης της συγκυρίας. Δεν προσδοκώ να κομίσω κάτι εντυπωσιακά καινούργιο ή σημαντικό. Ευελπιστώ, όμως, αφενός μεν να αποτυπώσω με συνέπεια σε γραπτό λόγο σκέψεις και απόψεις αφετέρου δε να αναδείξω, όπως και πολλοί άλλοι, ότι η ατομική δράση και η εξατομίκευση του καλώς νοούμενου συμφέροντος μπορεί να εκδηλώνεται μέσα σε ένα πλαίσιο κοινωνικής συνευθύνης εφόσον ο δημόσιος διάλογος διεξάγεται, ακόμα και στα πλαίσια ενός blog, με σεβασμό, σοβαρότητα και επιστημονικότητα.


Παρουσιάζω το ιστολόγιό μου σε μια περίοδο που πολλοί συνομολογούν ότι αποτελεί σημείο καμπής για την χώρα μας αλλά και την παγκόσμια κοινότητα. Η Ελλάδα έχει ζήσει εποχές εθνικής υπερηφάνειας, κοινωνικής συμφιλίωσης, οικονομικής ανάπτυξης, εξευρωπαϊσμού και εκσυγχρονισμού. Έχει ζήσει όμως, και πιθανώς εντονότερα σήμερα και στο άμεσο μέλλον, την επιβράδυνση, την υστέρηση, την επικυριαρχία κατεστημένων δομών και νοοτροπιών, την ανασφάλεια, την αποϊδεολογικοποίηση της πολιτικής, την αμφισβήτηση των θεσμών, το φόβο για το αύριο. Από την επιτυχία στην απογοήτευση. Από την ελπίδα στον μαρασμό. Από την εθνική αυτοπεποίθηση στον απομονωτισμό.

Τα πράγματα στη χώρα μας κινούνται διαχρονικά στο ρυθμό ενός εκκρεμούς...

Απομένει, οι θύλακες της προόδου να συντονιστούν...